ὀξύπτερος: Difference between revisions

1ba
(5)
(1ba)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὀξύπτερος:''' -ον ([[πτερόν]]), αυτός που έχει [[γρήγορα]] φτερά, <i>τὰ ὀξύπτερα</i>, [[γρήγορα]] φτερά, σε Αίσωπ.
|lsmtext='''ὀξύπτερος:''' -ον ([[πτερόν]]), αυτός που έχει [[γρήγορα]] φτερά, <i>τὰ ὀξύπτερα</i>, [[γρήγορα]] φτερά, σε Αίσωπ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=ὀξύ-πτερος, ον, [[πτερόν]]<br />[[swift]]-[[winged]]:— τὰ ὀξύπτερα [[swift]] wings, Aesop.
}}
}}