παράδρομος: Difference between revisions

1ba
(5)
(1ba)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''παράδρομος:''' -ον, αυτός που μπορεί [[κάποιος]] να τον διαβεί, <i>[[παράδρομα]]</i>, διαστήματα, ανοίγματα, χάσματα, σε Ξεν.
|lsmtext='''παράδρομος:''' -ον, αυτός που μπορεί [[κάποιος]] να τον διαβεί, <i>[[παράδρομα]]</i>, διαστήματα, ανοίγματα, χάσματα, σε Ξεν.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[παράδρομος]], ον,<br />that may be run [[through]], παράδρομα gaps, Xen.
}}
}}