ἐπίκυρτος: Difference between revisions

m
Text replacement - "<i>ο [[" to "ο [["
(2)
m (Text replacement - "<i>ο [[" to "ο [[")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἐπίκυρτος]], -ον) [[κυρτός]]<br />[[κυρτός]] [[προς]] τα [[κάτω]] ή [[προς]] τα [[εμπρός]], [[σκυφτός]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ο [[επίκυρτος]]<br /><b>1.</b> φυσόστομος [[ιχθύς]] της οικογένειας τών σαλμωνιδών<br /><b>2.</b> κολεόπτερο [[έντομο]] της οικογένειας τών δασκυλλιδών<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἐπίκυρτον</i><br />η [[κυρτότητα]], η [[καμπούρα]].
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἐπίκυρτος]], -ον) [[κυρτός]]<br />[[κυρτός]] [[προς]] τα [[κάτω]] ή [[προς]] τα [[εμπρός]], [[σκυφτός]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> ο [[επίκυρτος]]<br /><b>1.</b> φυσόστομος [[ιχθύς]] της οικογένειας τών σαλμωνιδών<br /><b>2.</b> κολεόπτερο [[έντομο]] της οικογένειας τών δασκυλλιδών<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἐπίκυρτον</i><br />η [[κυρτότητα]], η [[καμπούρα]].
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''ἐπίκυρτος:''' согнутый, сутулый (τὸ ἐπίκυρτόν τινος μιμεῖσθαι Plut.).
|elrutext='''ἐπίκυρτος:''' согнутый, сутулый (τὸ ἐπίκυρτόν τινος μιμεῖσθαι Plut.).
}}
}}