3,276,932
edits
(1ab) |
m (Text replacement - "<i>το [[" to "το [[") |
||
Line 23: | Line 23: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο (AM [[δίστιχος]], -ον) [[στίχος]]<br /><b>1.</b> [[κείμενο]] που αποτελείται από δύο στίχους ή δύο γραμμές<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b | |mltxt=-η, -ο (AM [[δίστιχος]], -ον) [[στίχος]]<br /><b>1.</b> [[κείμενο]] που αποτελείται από δύο στίχους ή δύο γραμμές<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> το [[δίστιχο]] (AM δίστιχον)<br /><b>φρ.</b> «ελεγειακό [[δίστιχο]]» — [[επίγραμμα]] ή [[ενότητα]] από δύο στίχους [[κυρίως]] στην ελεγειακή [[ποίηση]], από τους οποίους ο [[πρώτος]] [[είναι]] [[δακτυλικός]] [[εξάμετρος]] και ο [[δεύτερος]] [[δακτυλικός]] με τον τρίτο και τον έκτο [[πόδα]] ελλιπείς [[κατά]] τις βραχείες συλλαβές<br /><b>νεοελλ.</b><br />σύντομο [[ποίημα]] με δύο ομοιοκατάληκτους, [[συνήθως]] δεκαπεντασύλλαβους στίχους, [[λιανοτράγουδο]], [[μαντινάδα]], [[κοτσάκι]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> σύντομη [[επιστολή]], σαν να αποτελείται από δύο γραμμές<br /><b>2.</b> (για ρούχα) αυτός που αποτελείται από δύο είδη υφάνσεως ή δύο παράλληλα ραμμένα υφάσματα. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |