ἀνακομβόομαι: Difference between revisions

m
Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1"
(6_5)
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=anakomvoomai
|Transliteration C=anakomvoomai
|Beta Code=a)nakombo/omai
|Beta Code=a)nakombo/omai
|Definition=<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">gird oneself up</b> for action, <span class="title">Gp.</span>10.83.1.</span>
|Definition=<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[gird oneself up]] for action, <span class="title">Gp.</span>10.83.1.</span>
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνακομβόομαι''': ἀποθ., ἀνακομβώνομαι, «σκουμβώνομαι» [[ὅπως]] ἐργασθῶ, συζωσάμενος καὶ ἀνακομβωσάμενος Γεωπ. 10. 83. 1. Τὸ ἐνεργ. ἀνακομβόω ἀπαντᾷ παρὰ Στεφ. Διακ. 1137C. [[μετὰ]] τῆς σημασίας τοῦ «ξεκουμπώνω», «ξεγυμνώνω», ἀλλὰ καὶ τὸ [[μέσον]] δύναται νὰ ἐξηγηθῇ «ξεκουμβώνομαι», δηλ. [[ἐκβάλλω]] τὸ ἐπανωφόριόν μου [[ὅπως]] ἐργασθῶ: - οὕτω καί, ἀνεκμβώσατο τὰς χεῖρας Βίος Νείλ. Νεωτ. 76Α.
|lstext='''ἀνακομβόομαι''': ἀποθ., ἀνακομβώνομαι, «σκουμβώνομαι» [[ὅπως]] ἐργασθῶ, συζωσάμενος καὶ ἀνακομβωσάμενος Γεωπ. 10. 83. 1. Τὸ ἐνεργ. ἀνακομβόω ἀπαντᾷ παρὰ Στεφ. Διακ. 1137C. [[μετὰ]] τῆς σημασίας τοῦ «ξεκουμπώνω», «ξεγυμνώνω», ἀλλὰ καὶ τὸ [[μέσον]] δύναται νὰ ἐξηγηθῇ «ξεκουμβώνομαι», δηλ. [[ἐκβάλλω]] τὸ ἐπανωφόριόν μου [[ὅπως]] ἐργασθῶ: - οὕτω καί, ἀνεκμβώσατο τὰς χεῖρας Βίος Νείλ. Νεωτ. 76Α.
}}
}}