3,274,919
edits
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κεγχρίας''': -ου, ὁ, [[ὅμοιος]] πρὸς κόκκον κέγχρου, κ. [[ἕρπης]], ἐξάνθημά τι ἐπὶ τοῦ δέρματος, Γαλην. ΙΙ. [[ὄφις]] ἐχων ἐξογκώματα ἐπὶ τοῦ δέρματος ὅμοια πρὸς κέγχρον, [[ὅμοιος]] πρὸς τὸν ἀμμοδύτην, Ἀέτ.· καλούμενος κεγχριδίας ἐν Διοσκ. Θηρ. 32· [[κέγχρος]], [[αὐτόθι]] 15· κεγχρίνης, Νικ. Θηρ. 463, Λυκόφρ. 912, Παῦλ. Αἰγ.· [[κεγχρίτης]], Ἀέτ. (;)· cenhcris, Lucan. 9. 712. ΙΙΙ. παρὰ | |lstext='''κεγχρίας''': -ου, ὁ, [[ὅμοιος]] πρὸς κόκκον κέγχρου, κ. [[ἕρπης]], ἐξάνθημά τι ἐπὶ τοῦ δέρματος, Γαλην. ΙΙ. [[ὄφις]] ἐχων ἐξογκώματα ἐπὶ τοῦ δέρματος ὅμοια πρὸς κέγχρον, [[ὅμοιος]] πρὸς τὸν ἀμμοδύτην, Ἀέτ.· καλούμενος κεγχριδίας ἐν Διοσκ. Θηρ. 32· [[κέγχρος]], [[αὐτόθι]] 15· κεγχρίνης, Νικ. Θηρ. 463, Λυκόφρ. 912, Παῦλ. Αἰγ.· [[κεγχρίτης]], Ἀέτ. (;)· cenhcris, Lucan. 9. 712. ΙΙΙ. παρὰ Πολυδ. Α΄, 248, κεγχριδίας καὶ [[κεγχρίας]], [[εἶναι]] ἐσφαλμ. γραφὴ ἀντὶ [[καχρυδίας]]. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο (ΑΜ [[κεγχρίας]], ὁ)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> <b>ιατρ.</b> «[[κεγχρίας]] [[πυρετός]]» — λοιμώδες [[νόσημα]] που χαρακτηρίζεται από άφθονο [[ιδρώτα]] και από [[εμφάνιση]] ιδρώων στο [[δέρμα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που μοιάζει με [[κεχρί]]<br /><b>2.</b> [[φίδι]] που έχει στο [[δέρμα]] του εξογκώματα όμοια με [[κεχρί]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «[[κεγχρίας]] [[ἕρπης]]» — [[εξάνθημα]] του δέρματος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κέγχρος]], <i>ο</i> <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ίας</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>αστερ</i>-<i>ίας</i>, <i>καρχαρ</i>-<i>ίας</i>)]. | |mltxt=ο (ΑΜ [[κεγχρίας]], ὁ)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> <b>ιατρ.</b> «[[κεγχρίας]] [[πυρετός]]» — λοιμώδες [[νόσημα]] που χαρακτηρίζεται από άφθονο [[ιδρώτα]] και από [[εμφάνιση]] ιδρώων στο [[δέρμα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που μοιάζει με [[κεχρί]]<br /><b>2.</b> [[φίδι]] που έχει στο [[δέρμα]] του εξογκώματα όμοια με [[κεχρί]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «[[κεγχρίας]] [[ἕρπης]]» — [[εξάνθημα]] του δέρματος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κέγχρος]], <i>ο</i> <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ίας</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>αστερ</i>-<i>ίας</i>, <i>καρχαρ</i>-<i>ίας</i>)]. | ||
}} | }} |