κολαβρίζω: Difference between revisions

m
Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ."
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κολαβρίζω''': μέλλ. -ίσω, [[χορεύω]] ἄγριόν τινα Θρᾳκικὸν χορόν, σκιρτᾶν Ἡσύχ.··αὐτὸς δὲ ὁ χορὸς ἐκαλεῖτο κολαβρισμός, Ἀθήν. 620D ([[ἔνθα]] καλαβρ-), [[Πολυδ]]. Δ. 100. ΙΙ. παρὰ τοῖς Ἑβδ., [[ἐμπαίζω]]· πρβλ. Ἰακώψιον εἰς Κλήμ. Ρώμ. 1. 40.
|lstext='''κολαβρίζω''': μέλλ. -ίσω, [[χορεύω]] ἄγριόν τινα Θρᾳκικὸν χορόν, σκιρτᾶν Ἡσύχ.··αὐτὸς δὲ ὁ χορὸς ἐκαλεῖτο κολαβρισμός, Ἀθήν. 620D ([[ἔνθα]] καλαβρ-), Πολυδ. Δ. 100. ΙΙ. παρὰ τοῖς Ἑβδ., [[ἐμπαίζω]]· πρβλ. Ἰακώψιον εἰς Κλήμ. Ρώμ. 1. 40.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κολαβρίζω]] (Α) [[κόλαβρος]]<br /><b>1.</b> [[χορεύω]] τον κολαβρισμό<br /><b>2.</b> <b>παθ.</b> <i>κολαβρίζομαι</i><br />χλευάζομαι, σκώπτομαι, ατιμάζομαι, θεωρούμαι [[αναξιόλογος]].
|mltxt=[[κολαβρίζω]] (Α) [[κόλαβρος]]<br /><b>1.</b> [[χορεύω]] τον κολαβρισμό<br /><b>2.</b> <b>παθ.</b> <i>κολαβρίζομαι</i><br />χλευάζομαι, σκώπτομαι, ατιμάζομαι, θεωρούμαι [[αναξιόλογος]].
}}
}}