3,260,316
edits
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''περιελαύνω''': μελλ. -ελῶ, [[ἐλαύνω]] [[πέριξ]], χρὴ τοὺς οἰνοχόους μιμεῖσθαι τοὺς ἀγαθοὺς ἁρματηλάτας, θᾶττον περιελαύνοντας τοὺς κύλικας Ξεν. Συμπ. 2, 27, | |lstext='''περιελαύνω''': μελλ. -ελῶ, [[ἐλαύνω]] [[πέριξ]], χρὴ τοὺς οἰνοχόους μιμεῖσθαι τοὺς ἀγαθοὺς ἁρματηλάτας, θᾶττον περιελαύνοντας τοὺς κύλικας Ξεν. Συμπ. 2, 27, Πολυδ. Ϛ΄, 30. κλ. ― Μέσ., [[περισυνάγω]] καὶ [[συνελαύνω]], διαρπάσαντες τὴν Κυναθαίων πόλιν καὶ πολλὰ περιελασάμενοι σώματα καὶ θρέμματα Πολύβ. 4. 29, 6, κτλ. 2) [[κατατρέχω]], [[βασανίζω]], οἵοις πιθηκισμοῖς με περιελαύνεις Ἀριστοφ. Ἱππ. 887˙ [[ὁπόθεν]] ὁ Elmsl. διώρθωσε: περιελῶ σ’ ἀλαζονείαις (ἀντὶ -είας) [[αὐτόθι]] 290. ― Παθ., περιελαυνόμενος τῇ στάσει Ἡρόδ. 1. 60˙ μή με περιελαθέντα περιιδεῖν ὑπὸ τούτων Δημ. 1019. 10. 3) ποιῶ τι ἐν κύκλῳ, οἰκοδομῶ [[πέριξ]], περὶ δ΄ [[ἕρκος]] ἔλασσε Ἱλ. Σ. 564˙ [[περί]] δ’ [[ἕρκος]] ἐλήλαται Ὀδ. Η. 113, πρβλ. Αἰσχύλ. Περσ. 871˙ οὕτω, π. αὔλακα βαθεῖαν Πλουτ. Ρωμ. 11. ΙΙ. κατὰ τὸ φαινόμενον ἀμεταβ. (ἐξυπακουομ. τοῦ ἅρμα, ἵππον, κτλ.), [[περιτρέχω]] ἐφ’ ἁμάξης ἢ [[ἔφιππος]], Ἡρόδ. 1. 106, Θουκ. 7. 44, Ξεν.˙ [[ὡσαύτως]] μετ’ αἰτιατ. τόπου, ὅσα ἂν ἵππῳ ἐν ἡμέρῃ μιῇ περιελάσῃ, τόσον [[διάστημα]] ὅσον .., Ἡρόδ. 4. 7, πρβλ. Ξεν. Κύρ. 4. 2, 32. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=Α [[ελαύνω]]<br /><b>1.</b> [[περιφέρω]] από τον έναν στον [[άλλο]] («θᾱττον περιελαύνοντας τοὺς [[κύλικας]]», <b> | |mltxt=Α [[ελαύνω]]<br /><b>1.</b> [[περιφέρω]] από τον έναν στον [[άλλο]] («θᾱττον περιελαύνοντας τοὺς [[κύλικας]]», <b>Πολυδ.</b>)<br /><b>2.</b> [[αρπάζω]] ως [[λεία]] («περιελασάμενοι σώματα καὶ θρέμματα», <b>Πολ.</b>)<br /><b>3.</b> [[παρενοχλώ]], [[βασανίζω]] («οἶοις πιθηκισμοῑς με περιελαύνεις», <b>Αριστοφ.</b>)<br /><b>4.</b> [[κατασκευάζω]] [[κάτι]] [[γύρω]] [[γύρω]] («περιελαύνων αὔλακα βαθεῑαν», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>5.</b> [[περιτρέχω]] [[έφιππος]] ή [[πάνω]] σε [[αμάξι]] («οἱ ἱππῆς περιελάσαντες διέφθειρον», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>6.</b> [[ανατρέχω]], [[προσφεύγω]] («οὐδὲ ἐς ὁτιοῡν περιελᾷ ψεῡδος», Φιλόστρ.). | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |