ἀνακήρυκτος: Difference between revisions

m
Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ."
(big3_4)
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνακήρυκτος''': -ον, = ὁ ἀνακηρυχθείς, Διον. Ἀρεοπ.: [[ἀλλά]], 2) παρὰ [[Πολυδ]]. Η. 139 ἡ [[λέξις]] φαίνεται ὡς ἔχουσα τὴν σημασ. τοῦ [[ἀκήρυκτος]], δι’ ὃ καὶ παρελείφθη ἐν τῇ ἐκδ. τοῦ Βεκκ.
|lstext='''ἀνακήρυκτος''': -ον, = ὁ ἀνακηρυχθείς, Διον. Ἀρεοπ.: [[ἀλλά]], 2) παρὰ Πολυδ. Η. 139 ἡ [[λέξις]] φαίνεται ὡς ἔχουσα τὴν σημασ. τοῦ [[ἀκήρυκτος]], δι’ ὃ καὶ παρελείφθη ἐν τῇ ἐκδ. τοῦ Βεκκ.
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[proclamado ruidosamente]], [[ensalzado]], [[glorificado]] ὅταν δὲ αὐτὸν ἀνακήρυκτον ποιῶσι ταῖς θεοκρίτοις ἀξίαις Dion.Ar.<i>Ep</i>.M.3.1085A, sent. peyor. ἡ ... σαρκικὴ ἡδονὴ ... ἔστιν ... ὄρος ... ἁμαρτίας καὶ ἀνακηρύκτου προθέσεως Nil.M.79.412C.
|dgtxt=-ον<br />[[proclamado ruidosamente]], [[ensalzado]], [[glorificado]] ὅταν δὲ αὐτὸν ἀνακήρυκτον ποιῶσι ταῖς θεοκρίτοις ἀξίαις Dion.Ar.<i>Ep</i>.M.3.1085A, sent. peyor. ἡ ... σαρκικὴ ἡδονὴ ... ἔστιν ... ὄρος ... ἁμαρτίας καὶ ἀνακηρύκτου προθέσεως Nil.M.79.412C.
}}
}}