καπνούμαι: Difference between revisions

m
Text replacement - "οῡμαι" to "οῦμαι"
(19)
 
m (Text replacement - "οῡμαι" to "οῦμαι")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=καπνοῡμαι, -όομαι (Α) [[καπνός]]<br />μεταβάλλομαι σε καπνό.
|mltxt=καπνοῦμαι, -όομαι (Α) [[καπνός]]<br />μεταβάλλομαι σε καπνό.
}}
}}