βοστρυχούμαι: Difference between revisions

m
Text replacement - "οῡμαι" to "οῦμαι"
(7)
 
m (Text replacement - "οῡμαι" to "οῦμαι")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=βοστρυχοῡμαι (-όομαι) (AM) [[βόστρυχος]]<br />έχω ή [[αποκτώ]] βοστρύχους.
|mltxt=βοστρυχοῦμαι (-όομαι) (AM) [[βόστρυχος]]<br />έχω ή [[αποκτώ]] βοστρύχους.
}}
}}