κίσσινος: Difference between revisions

m
no edit summary
m (Text replacement - "οῦν " to "οῦν")
mNo edit summary
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κίσσινος]], -ίνη, -ον (Α) [[κισσός]]<br /><b>1.</b> αυτός που [[είναι]] φτιαγμένος από κισσό ή [[ξύλο]] κισσού («στεφανοῦντε κρᾱτα κισσίνοις βλαστήμασιν», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ κίσσινον</i><br />[[ονομασία]] εμπλάστρου.
|mltxt=[[κίσσινος]], -ίνη, -ον (Α) [[κισσός]]<br /><b>1.</b> αυτός που [[είναι]] φτιαγμένος από κισσό ή [[ξύλο]] κισσού («στεφανοῦν τε κρᾱτα κισσίνοις βλαστήμασιν», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ κίσσινον</i><br />[[ονομασία]] εμπλάστρου.
}}
}}
{{lsm
{{lsm
Line 29: Line 29:
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=κίσσινος -η -ον [κισσός] van klimop, klimop-.
|elnltext=κίσσινος -η -ον [κισσός] van klimop, klimop-.
}}
}}
{{elru
{{elru