μετωπιαίος: Difference between revisions

m
Text replacement - "αῑος" to "αῖος"
(25)
 
m (Text replacement - "αῑος" to "αῖος")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-α, -ο (ΑΜ μετωπιαῑος, -αία, -ον)<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται ή βρίσκεται στο [[μέτωπο]] (α. «μετωπιαίες κυψέλες» β. «μετωπιαίο [[οστό]]<br />γ. «[[μετωπιαίος]] μυς»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέτωπον]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιαίος</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>ονυχ</i>-<i>ιαίος</i>, <i>πλευρ</i>-<i>ιαίος</i>)].
|mltxt=-α, -ο (ΑΜ μετωπιαῖος, -αία, -ον)<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται ή βρίσκεται στο [[μέτωπο]] (α. «μετωπιαίες κυψέλες» β. «μετωπιαίο [[οστό]]<br />γ. «[[μετωπιαίος]] μυς»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέτωπον]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιαίος</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>ονυχ</i>-<i>ιαίος</i>, <i>πλευρ</i>-<i>ιαίος</i>)].
}}
}}