κελαδέω: Difference between revisions

m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κελᾰδέω''': Σαπφὼ 4, Εὐρ., γ' πληθ. -έοντι Πίνδ.· μέλλ. -ήσω Τέρπανδ. 1, Πινδ. Ο. 2. 3, Εὐρ. -ήσομαι Πινδ. Ο. 10 (11). 96· ποιητ. ἀόρ. κελάδησα Αἰσχύλ., Εὐρ. (λυρ.), πρβλ. ἐπικελαδέω ([[κέλαδος]]). Ἐπικ. καὶ λυρ. [[ῥῆμα]], (πρβλ. [[κελάδω]]), ἠχῶ ὡς [[ὕδωρ]] ὁρμητικῶς [[ῥέον]], [[οἷον]] ἐν Χρησμ. παρ’ Αἰσχίν. 69. 25, Ἀνθ. Π. παράρ. 66·- [[κραυγάζω]] ἠχηρῶς, φωνάζω δυνατά, ἀτὰρ κελάδησαν Ἀχαιοί, ἐπευφημοῦντες, ἐπικροτοῦντες, Ἰλ. Ψ. 869· ἐμὲ δεῖ κ. Πρατίν. 1. 5, πρβλ. ἐπικελαδέω· [[μετὰ]] συστοίχ. αἰτ., κ. ὕμνον Πινδ. Ν. 4. 26, πρβλ. Π. 2. 27· βοάν, παιᾶνα Εὐρ. Ἴων 93, [[Ἡρακλ]]. Μαιν. 694, πρβλ. [[κόσμος]] 11. 2. 2) ἐπὶ ποικίλων ἤχων, βάλλω κραυγήν, [[κράζω]] δυνατά, ἐπὶ νεογεννήτου βρέφους, Αἰσχύλ. Χο. 610· ἐπὶ τῆς χελιδόνος, Ἀριστοφ. Εἰρ. 801, πρβλ. Βατρ. 682· ἐπὶ τῆς ᾠδικῆς ἀκρίδος, Θεόπομπ. Κωμ. ἐν «Παμφ.» 1· ἐπὶ τοῦ ἀλεκτρυόνος, κ. ἐξ εὐνᾶς, μᾶς ἐξεγείρουσι τῆς εὐνῆς, Θεόκρ. 18. 57· ἐπὶ κωδώνων, πλήττομαι, ἠχῶ, Εὐρ. Ρῆσ. 385· ἐπὶ τοῦ αὐλοῦ, κ. φθόγγον κάλλιστον ὁ αὐτ. ἐν Ἠλ. 716· ἐπὶ τῆς θαλάσσης, Ἀριστοφ. Νεφ. 284, Θεσμ. 44. ΙΙ. μεταβατ., [[ψάλλω]] [[περί]] τινος, μεγαλοφώνως ἐξυμνῶ, τινα Πινδ. Ο. 1. 15., 2. 3., 6. 150, Εὐρ. Ι. Τ. 1093, Ἀριστοφ. Βάτρ. 1527· τι Πινδ. Ο. 11 (10). 14, Εὐρ. Τρῳ. 121· τινα ἀμφ’ ἀρετᾷ Πινδ. Π. 2. 115.
|lstext='''κελᾰδέω''': Σαπφὼ 4, Εὐρ., γ' πληθ. -έοντι Πίνδ.· μέλλ. -ήσω Τέρπανδ. 1, Πινδ. Ο. 2. 3, Εὐρ. -ήσομαι Πινδ. Ο. 10 (11). 96· ποιητ. ἀόρ. κελάδησα Αἰσχύλ., Εὐρ. (λυρ.), πρβλ. ἐπικελαδέω ([[κέλαδος]]). Ἐπικ. καὶ λυρ. [[ῥῆμα]], (πρβλ. [[κελάδω]]), ἠχῶ ὡς [[ὕδωρ]] ὁρμητικῶς [[ῥέον]], [[οἷον]] ἐν Χρησμ. παρ’ Αἰσχίν. 69. 25, Ἀνθ. Π. παράρ. 66·- [[κραυγάζω]] ἠχηρῶς, φωνάζω δυνατά, ἀτὰρ κελάδησαν Ἀχαιοί, ἐπευφημοῦντες, ἐπικροτοῦντες, Ἰλ. Ψ. 869· ἐμὲ δεῖ κ. Πρατίν. 1. 5, πρβλ. ἐπικελαδέω· μετὰ συστοίχ. αἰτ., κ. ὕμνον Πινδ. Ν. 4. 26, πρβλ. Π. 2. 27· βοάν, παιᾶνα Εὐρ. Ἴων 93, [[Ἡρακλ]]. Μαιν. 694, πρβλ. [[κόσμος]] 11. 2. 2) ἐπὶ ποικίλων ἤχων, βάλλω κραυγήν, [[κράζω]] δυνατά, ἐπὶ νεογεννήτου βρέφους, Αἰσχύλ. Χο. 610· ἐπὶ τῆς χελιδόνος, Ἀριστοφ. Εἰρ. 801, πρβλ. Βατρ. 682· ἐπὶ τῆς ᾠδικῆς ἀκρίδος, Θεόπομπ. Κωμ. ἐν «Παμφ.» 1· ἐπὶ τοῦ ἀλεκτρυόνος, κ. ἐξ εὐνᾶς, μᾶς ἐξεγείρουσι τῆς εὐνῆς, Θεόκρ. 18. 57· ἐπὶ κωδώνων, πλήττομαι, ἠχῶ, Εὐρ. Ρῆσ. 385· ἐπὶ τοῦ αὐλοῦ, κ. φθόγγον κάλλιστον ὁ αὐτ. ἐν Ἠλ. 716· ἐπὶ τῆς θαλάσσης, Ἀριστοφ. Νεφ. 284, Θεσμ. 44. ΙΙ. μεταβατ., [[ψάλλω]] [[περί]] τινος, μεγαλοφώνως ἐξυμνῶ, τινα Πινδ. Ο. 1. 15., 2. 3., 6. 150, Εὐρ. Ι. Τ. 1093, Ἀριστοφ. Βάτρ. 1527· τι Πινδ. Ο. 11 (10). 14, Εὐρ. Τρῳ. 121· τινα ἀμφ’ ἀρετᾷ Πινδ. Π. 2. 115.
}}
}}
{{bailly
{{bailly