3,274,313
edits
m (Text replacement - "ἡμῑν" to "ἡμῖν") |
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μήποτε''': ἢ μή ποτε. Ι. ὡς ἐπίρρ.: [[οὐδέποτε]], κατ’ οὐδένα τρόπον, [[μηδαμῶς]], ἐπ’ οὐδενὶ λόγῳ, | |lstext='''μήποτε''': ἢ μή ποτε. Ι. ὡς ἐπίρρ.: [[οὐδέποτε]], κατ’ οὐδένα τρόπον, [[μηδαμῶς]], ἐπ’ οὐδενὶ λόγῳ, μετὰ τὰ ὡς, εἰ, κτλ., Αἰσχύλ. Πρ. 203, Εὐμ. 882, Χο. 182, κτλ.· ― [[ὡσαύτως]] μετ’ ἀπαρ., ὁ αὐτ. ἐν Εὐμ. 977, Ἱκέτ. 617· ἰδίως ἐπὶ ὅρκων, [[ὀμοῦμαι]], [[μήποτε]] τῆς εὐνῆς ἐπιβήμεναι Ἰλ. Ι. 133, 275· ἐπεκέκλετ’ Ἐρινῦς, [[μήποτε]]... ἐφέσσεσθαι [[αὐτόθι]] 455· [[ὡσαύτως]] ἐπὶ πλαγίου λόγου, ὅτε ἄλλου λόγοι ἀναφέρονται, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 86· πρβλ. [[οὐδέποτε]]. 2) ἐπὶ ἀπαγορεύσεως ἢ ἰσχυρᾶς ἀρνήσεως, μετ’ ἀορ. ὑποτ., [[μήποτε]] καὶ σύ... ὀλέσσῃς Ὀδ. Τ. 81, κτλ.· μετ’ ἀπαρ. ἀντὶ προστ., Λ. 441. 3) παρὰ μεταγενεστ., = [[ἴσως]], ὡς τὸ Λατ. nescio an, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 10. 1, 3, καὶ [[συχν]]. παρὰ τοῖς Γραμμ.· ἴδε Buttm. Exc. vii ad Dem. Mid., σ. 135. ΙΙ. ὡς σύνδ., [[μήπως]], Λατ. ne quando, αἰσχυνόμενοι φάτιν ἀνδρῶν..., μή ποτέ τις εἴπῃσι Ὀδ. Φ. 324, κ. ἀλλ. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |