3,274,159
edits
m (Text replacement - "q.v." to "q.v.") |
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σμῠγερός''': ποιητ. ἀντὶ [[μογερός]], ὁ | |lstext='''σμῠγερός''': ποιητ. ἀντὶ [[μογερός]], ὁ μετὰ κόπου, μετὰ πόνου, Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 374, Δ. 380· σμυγερὸν σμυγερῶς Σοφ. Φιλ. 166, κατὰ τὸν Brunck ἀντὶ στυγερὸν στυγερῶς· πρβλ. Σχολ. ἐν τόπῳ, Ἡσύχ., Εὐστ. 315. 4.· - ὁ Ὅμ. ἔχει μόνον τὸ σύνθετ. ἐπίρρ. ἐπισμυγερῶς, ὃ ἴδε. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |