3,274,915
edits
m (Text replacement - "εῑν" to "εῖν") |
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τεκμαίρομαι''': μέλλ. τεκμᾰροῦμαι, Ξενοφ. Κύρ. 4. 3, 21· ἀόρ. ἐτεκμηράμην Ἀττ., Ἐπικ. τεκμ- Ὅμ.· ἀποθ., ἴδε κατωτ. Β ([[τέκμαρ]]). Δηλῶ διὰ σημείου, [[ἐμφαίνω]], δεικνύω, [[ὁρίζω]], [[προορίζω]], [[διατάσσω]], [[μάλιστα]] ἐπὶ θεῶν καὶ τῆς Μοίρας, θεοὶ κακὰ τεκμήραντο Ἰλ. Ζ. 349· κακά... τεκμαίρεται ἀνθρώποισι Η. 70· πόλεμον, δίκην τινί τ. Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 227, 237· - [[καθόλου]], ἐπὶ παντὸς προσώπου ἐν ἀξιώματι, [[ἐπιβάλλω]] [[ἔργον]] εἴς τινα, [[παραγγέλλω]], [[προστάσσω]], [[ὁρίζω]], [[προδιαγράφω]], πομπὴν δ’ ἐς τόδ’ ἐγὼ τεκμ. Ὀδ. Η. 317· [[ἄλλην]] θ’ ἧμιν ὁδὸν τεκμήρατο Κίρκη Κ. 563· καὶ μετά τινος προσθέτου σημασίας τοῦ προαγγέλλειν ἢ προφητεύειν, [[τότε]] τοι τεκμαίρομ’ ὄλεθρον Λ. 112, Μ. 139· - μετ’ ἀπαρ., [[ὁρίζω]] κατ’ ἐμαυτόν, δηλ. [[σχεδιάζω]], ἔχω σκοπὸν νὰ πράξω, ἀποφασίζω, Ὕμ. Ὁμ. εἰς Ἀπόλλ. 285 ([[ὅπερ]] ἐν στίχ. 287 ἑρμηνεύεται διὰ τοῦ φρονεῖν), πρβλ. Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 559 - σημειώνω, Λατ. designare, ἕδρας πρεπούσας Πλάτ. Νόμ. 849Ε. ΙΙ. μεθ’ Ὅμ., σχεδὸν ἀείποτε, [[κρίνω]] ἐκ σημείων, [[σχηματίζω]] κρίσιν [[περί]] τινος πράγματος, [[εἰκάζω]], ζητῶ, νὰ ὁρίσω ἢ προσδιορίσω, [[συμπεραίνω]], προσβάσεις πύργων Εὐρ. Φοίν. 181· κύματα, φύλλα Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 217· ἀπολ., [[σχηματίζω]] κρίσιν ἢ εἰκασίαν, τέταρσιν ὀφθαλμοῖς Ξεν. ἔνθ’ ἀνωτ.· τεκμαιρόμενον λέγειν, ἐξ εἰκασίας, ὁ αὐτ. ἐν Ἀπομν. 1. 4, 1, πρβλ. [[συντεκμαίρομαι]]. 2) τὸ ἐφ’ οὗ τις στηριζόμενος σχηματίζει τὴν κρίσιν ἢ εἰκασίαν συνήθως ἐκφέρεται κατὰ δοτικήν, ἐμπύροις τεκμαίρεσθαι, σχηματίζειν κρίσιν ἐκ τῶν ἐμπύρων θυσιῶν, Πινδ. Ο. 8. 4· [[τεκμαίρομαι]] ἔργοισιν Ἡρακλέος ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 151. 5· τ. τοῖσι νῦν ἔτι ἐοῦσι Πελασγῶν Ἡρόδ. 1. 57· τ. τὰ μὴ γιγνωσκόμενα τοῖς ἐμφανέσι, [[κρίνω]] ἢ [[εἰκάζω]] τὰ ἄγνωστα ἐκ τῶν γνωστῶν, ὁ αὐτ. 2. 33, πρβλ. 7. 16, 3 [[ἔργω]] κοὐ λόγῳ τ. Αἰσχύλ. Πρ. 336· τὰ καινὰ τοῖς [[πάλαι]] Σοφ. Ο. Τ. 916· τοῖς παροῦσι τἀφανῆ Εὐριπ. Ἀποσπ. 578· τούς... περιεσομένους τοῖς ξύμπασι σημείοισι, ἐξ ὅλων τῶν συμπτωμάτων, Ἱππ. 46. 34, πρβλ. 396, 1· τὰ μέλλοντα τοῖς γεγενημένοις Ἰσοκρ. 70Α· περὶ τῶν μελλόντων τοῖς ἤδη γεγενημένοις ὁ αὐτ. 128Β· - [[ὡσαύτως]], τ. τὰ μέλλοντα ἐκ τῶν γεγενημένων Δείναρχ. 94. 28, πρβλ. Ξεν. Ἀπομν. 4. 1, 2, Πλάτ. Συμπ. 204C· ἀφ’ αὑτοῦ τὴν νόσον τ. Ἀριστοφάν. Σφ. 76, πρβλ. Θουκ. 4. 123, Ξεν. Ἀπομν. 3. 5, 6, Πλάτ., κλπ.· τὸ ἀπό τινος εἴς τι Πλάτ. Θεαίτ. 206Β· τ. τι [[πρός]] τι Δημ. 820. 15· [[πόθεν]] τοῦτο τεκμαίρει; Πλάτ. Κρίτων 44Α, πρβλ. Πολ. 433Β· - σπανίως | |lstext='''τεκμαίρομαι''': μέλλ. τεκμᾰροῦμαι, Ξενοφ. Κύρ. 4. 3, 21· ἀόρ. ἐτεκμηράμην Ἀττ., Ἐπικ. τεκμ- Ὅμ.· ἀποθ., ἴδε κατωτ. Β ([[τέκμαρ]]). Δηλῶ διὰ σημείου, [[ἐμφαίνω]], δεικνύω, [[ὁρίζω]], [[προορίζω]], [[διατάσσω]], [[μάλιστα]] ἐπὶ θεῶν καὶ τῆς Μοίρας, θεοὶ κακὰ τεκμήραντο Ἰλ. Ζ. 349· κακά... τεκμαίρεται ἀνθρώποισι Η. 70· πόλεμον, δίκην τινί τ. Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 227, 237· - [[καθόλου]], ἐπὶ παντὸς προσώπου ἐν ἀξιώματι, [[ἐπιβάλλω]] [[ἔργον]] εἴς τινα, [[παραγγέλλω]], [[προστάσσω]], [[ὁρίζω]], [[προδιαγράφω]], πομπὴν δ’ ἐς τόδ’ ἐγὼ τεκμ. Ὀδ. Η. 317· [[ἄλλην]] θ’ ἧμιν ὁδὸν τεκμήρατο Κίρκη Κ. 563· καὶ μετά τινος προσθέτου σημασίας τοῦ προαγγέλλειν ἢ προφητεύειν, [[τότε]] τοι τεκμαίρομ’ ὄλεθρον Λ. 112, Μ. 139· - μετ’ ἀπαρ., [[ὁρίζω]] κατ’ ἐμαυτόν, δηλ. [[σχεδιάζω]], ἔχω σκοπὸν νὰ πράξω, ἀποφασίζω, Ὕμ. Ὁμ. εἰς Ἀπόλλ. 285 ([[ὅπερ]] ἐν στίχ. 287 ἑρμηνεύεται διὰ τοῦ φρονεῖν), πρβλ. Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 559 - σημειώνω, Λατ. designare, ἕδρας πρεπούσας Πλάτ. Νόμ. 849Ε. ΙΙ. μεθ’ Ὅμ., σχεδὸν ἀείποτε, [[κρίνω]] ἐκ σημείων, [[σχηματίζω]] κρίσιν [[περί]] τινος πράγματος, [[εἰκάζω]], ζητῶ, νὰ ὁρίσω ἢ προσδιορίσω, [[συμπεραίνω]], προσβάσεις πύργων Εὐρ. Φοίν. 181· κύματα, φύλλα Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 217· ἀπολ., [[σχηματίζω]] κρίσιν ἢ εἰκασίαν, τέταρσιν ὀφθαλμοῖς Ξεν. ἔνθ’ ἀνωτ.· τεκμαιρόμενον λέγειν, ἐξ εἰκασίας, ὁ αὐτ. ἐν Ἀπομν. 1. 4, 1, πρβλ. [[συντεκμαίρομαι]]. 2) τὸ ἐφ’ οὗ τις στηριζόμενος σχηματίζει τὴν κρίσιν ἢ εἰκασίαν συνήθως ἐκφέρεται κατὰ δοτικήν, ἐμπύροις τεκμαίρεσθαι, σχηματίζειν κρίσιν ἐκ τῶν ἐμπύρων θυσιῶν, Πινδ. Ο. 8. 4· [[τεκμαίρομαι]] ἔργοισιν Ἡρακλέος ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 151. 5· τ. τοῖσι νῦν ἔτι ἐοῦσι Πελασγῶν Ἡρόδ. 1. 57· τ. τὰ μὴ γιγνωσκόμενα τοῖς ἐμφανέσι, [[κρίνω]] ἢ [[εἰκάζω]] τὰ ἄγνωστα ἐκ τῶν γνωστῶν, ὁ αὐτ. 2. 33, πρβλ. 7. 16, 3 [[ἔργω]] κοὐ λόγῳ τ. Αἰσχύλ. Πρ. 336· τὰ καινὰ τοῖς [[πάλαι]] Σοφ. Ο. Τ. 916· τοῖς παροῦσι τἀφανῆ Εὐριπ. Ἀποσπ. 578· τούς... περιεσομένους τοῖς ξύμπασι σημείοισι, ἐξ ὅλων τῶν συμπτωμάτων, Ἱππ. 46. 34, πρβλ. 396, 1· τὰ μέλλοντα τοῖς γεγενημένοις Ἰσοκρ. 70Α· περὶ τῶν μελλόντων τοῖς ἤδη γεγενημένοις ὁ αὐτ. 128Β· - [[ὡσαύτως]], τ. τὰ μέλλοντα ἐκ τῶν γεγενημένων Δείναρχ. 94. 28, πρβλ. Ξεν. Ἀπομν. 4. 1, 2, Πλάτ. Συμπ. 204C· ἀφ’ αὑτοῦ τὴν νόσον τ. Ἀριστοφάν. Σφ. 76, πρβλ. Θουκ. 4. 123, Ξεν. Ἀπομν. 3. 5, 6, Πλάτ., κλπ.· τὸ ἀπό τινος εἴς τι Πλάτ. Θεαίτ. 206Β· τ. τι [[πρός]] τι Δημ. 820. 15· [[πόθεν]] τοῦτο τεκμαίρει; Πλάτ. Κρίτων 44Α, πρβλ. Πολ. 433Β· - σπανίως μετὰ γεν., τ. κατηγορίας οὐ προγεγενημένης, ἐκ τοῦ ὅτι..., Θουκ. 3. 53· τ. τῷ πυρὶ τῆς ὁδοῦ, [[κρίνω]] περὶ τῆς ὁδοῦ διὰ τοῦ [[πυρός]], Ἀππ. Ἐμφυλ. 44, Μιθρ. 5, Ἄρατ. 1129, 1154· τ. τοῦ δένδρου πρὸς τὴν ναῦν, [[εἰκάζω]] τὸ [[ὕψος]] τοῦ δένδρου συγκρίνων αὐτὸ πρὸς τὸ [[πλοῖον]], Φιλόστρ. 838, πρβλ. 28· οὕτω καί, [[οἶσθα]] [[ὅθεν]] [[τεκμαίρομαι]] Πλάτ. Πολ. 433Β, πρβλ. Φαῖδρον 235C. 3) μετ’ ἀπαρ., τ. τοῦτο οὕτω ἕξειν ἐκ τοῦδε Ξενοφ. Κύρ. 8. 1, 28, πρβλ. Πλάτ. Πολ. 578C· οὕτω καὶ μετὰ ἐξηρτημένης προτάσεως, τεκμαίρεσθαί τι ὅτι... (πρβλ. [[τεκμήριον]] Ι). Θουκ. 1. 1, Ξεν. Πολ. 8, 2· ὡς μέγα... τὴν Αἴτνην [[ὄρος]] εἶναί φασι, τεκμαίρου, κρῖνον πόσον μέγα [[εἶναι]]..., Πλάτ. Κωμικ. ἐν «Ἑορταῖς» 2· εἰ δέ με καὶ πεφίληκε [[τεκμαίρομαι]], δὲν εἶμαι [[βέβαιος]], Ἀνθολ. Π. 12. 177. - Πρβλ. [[τέκμαρσις]]. 4) [[ἀναγνωρίζω]], ὄπα κούρης Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 73· αὐτὸν Άλέξανδρον τεκμαίρεο Ἀνθολ. Πλαν. 121. ΙΙΙ. [[προβάλλω]], [[ἐκτείνω]] πρὸς τὰ ἐμπρός, εἰς ἄνεμον τεκμαίρεται ὁλκὸν Διον. Π. 101, 135, 178· - ἀπολ., [[προέχω]], [[ἐξέχω]], ἐπὶ ὀδόντων, Νικ. Θηρ. 231. Β. ὁ ἐνεργ. [[τύπος]] τεκμαίρω ἀπαντᾷ κατὰ πρῶτον παρὰ τοῖς μεθ’ Ὅμηρον ποιηταῖς, δεικνύω διά τινος τεκμηρίου, τεκμαίρει χρῆμ’ ἕκαστον, ἡ [[περίστασις]] ἀποδεικνύει ἕκαστον ἄνθρωπον (δεικνύει τὴν ἀξίαν κλπ. ἑκάστου), Πινδ. Ο. 6. 123 τεκμαίρει... [[ἰδεῖν]], παρέχει σημεῖα (εἰς τοὺς ἀνθρώπους) [[ὥστε]] νὰ ἴδωσι..., ὁ αὐτ. Ν. 6. 14· [[ἀλλά]] μοι... τέκμηρον, ὅ τι μ’ ἐπαμμένει παθεῖν Αἰσχύλ. Πρ. 605· τ. κέλευθον, δεικνύω, δηλῶ, φανερώνω τὴν ὁδόν, Νικ. Θηρ. 680· τ. ἀοιδήν, ὁδηγεῖν..., Ἄρατ. 18. | ||
}} | }} | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth |