πεφυλαγμένως: Difference between revisions

m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πεφῠλαγμένως''': Ἐπίρρ. μετοχ. παθ. πρκμ. τοῦ [[φυλάσσω]], [[μετὰ]] προφυλάξεως, [[μετὰ]] προσοχῆς, Ξεν. Ἀνάβ. 2. 4, 24, Δημ. 83 ἐν τέλ.· π. ἔχειν [[πρός]] τι Ἰσοκρ. 178Ε. 2) ἀσφαλῶς, Ξεν. Ἱππαρχικ. 6, 2.
|lstext='''πεφῠλαγμένως''': Ἐπίρρ. μετοχ. παθ. πρκμ. τοῦ [[φυλάσσω]], μετὰ προφυλάξεως, μετὰ προσοχῆς, Ξεν. Ἀνάβ. 2. 4, 24, Δημ. 83 ἐν τέλ.· π. ἔχειν [[πρός]] τι Ἰσοκρ. 178Ε. 2) ἀσφαλῶς, Ξεν. Ἱππαρχικ. 6, 2.
}}
}}
{{bailly
{{bailly