συναναβαίνω: Difference between revisions

m
Text replacement - "αὐτοῡ" to "αὐτοῦ"
m (Text replacement - "οῡται" to "οῦται")
m (Text replacement - "αὐτοῡ" to "αὐτοῦ")
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ΜΑ [[ἀναβαίνω]]<br /><b>1.</b> [[ανεβαίνω]] [[μαζί]] με κάποιον σε υψηλότερο [[σημείο]], σε [[βουνό]], σε λόφο κ.λπ. (α. «συναναβάντες αὐτῷ πρὸς τὰ μετέωρα», Χορίκ.<br />β. «καὶ ἄλλαι πολλαὶ αἱ συναναβᾱσαι αὐτῷ εἰς [[Ἱεροσόλυμα]]», ΚΔ)<br /><b>2.</b> [[ανεβαίνω]] πνευματικά [[μαζί]] με κάποιον, [[ανεβάζω]] τη [[σκέψη]] μου σε ανώτερα θέματα («[[ὁπόταν]] τις συναναβῄ αὐτῷ [[ἔνθα]] ἐστὶν ὁ Θεός», Κλήμ. Αλ.)<br /><b>3.</b> [[ανέρχομαι]], [[φθάνω]] στο ύψος κάποιου άλλου («τῷ ἀναβαίνοντι ἐναρέτῳ συναναβήσεται ἡ [[δόξα]] αὐτοῡ», Ωριγ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ανεβαίνω]], κατευθύνομαι [[μαζί]] με κάποιον από την [[παραλία]] [[προς]] τα μεσόγεια («συναναβαίνειν [[μέχρι]] Συήνης», <b>Στράβ.</b>)<br /><b>2.</b> (για αστέρα) [[ανεβαίνω]] στον ουρανό, [[διαγράφω]] [[πορεία]] [[μαζί]] με άλλον («συναναβαίνειν τῷ πόλῳ», Βέττ. Βάλ.)<br /><b>3.</b> (για [[νερό]]) ανεβαίνει η [[στάθμη]] μου («συναναβαίνει και συνταπεινοῦται τῷ ποταμῷ τὸ ἐν φρέατι [[ὕδωρ]]», <b>Στράβ.</b>).
|mltxt=ΜΑ [[ἀναβαίνω]]<br /><b>1.</b> [[ανεβαίνω]] [[μαζί]] με κάποιον σε υψηλότερο [[σημείο]], σε [[βουνό]], σε λόφο κ.λπ. (α. «συναναβάντες αὐτῷ πρὸς τὰ μετέωρα», Χορίκ.<br />β. «καὶ ἄλλαι πολλαὶ αἱ συναναβᾱσαι αὐτῷ εἰς [[Ἱεροσόλυμα]]», ΚΔ)<br /><b>2.</b> [[ανεβαίνω]] πνευματικά [[μαζί]] με κάποιον, [[ανεβάζω]] τη [[σκέψη]] μου σε ανώτερα θέματα («[[ὁπόταν]] τις συναναβῄ αὐτῷ [[ἔνθα]] ἐστὶν ὁ Θεός», Κλήμ. Αλ.)<br /><b>3.</b> [[ανέρχομαι]], [[φθάνω]] στο ύψος κάποιου άλλου («τῷ ἀναβαίνοντι ἐναρέτῳ συναναβήσεται ἡ [[δόξα]] αὐτοῦ», Ωριγ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ανεβαίνω]], κατευθύνομαι [[μαζί]] με κάποιον από την [[παραλία]] [[προς]] τα μεσόγεια («συναναβαίνειν [[μέχρι]] Συήνης», <b>Στράβ.</b>)<br /><b>2.</b> (για αστέρα) [[ανεβαίνω]] στον ουρανό, [[διαγράφω]] [[πορεία]] [[μαζί]] με άλλον («συναναβαίνειν τῷ πόλῳ», Βέττ. Βάλ.)<br /><b>3.</b> (για [[νερό]]) ανεβαίνει η [[στάθμη]] μου («συναναβαίνει και συνταπεινοῦται τῷ ποταμῷ τὸ ἐν φρέατι [[ὕδωρ]]», <b>Στράβ.</b>).
}}
}}
{{lsm
{{lsm