πανήγυρις: Difference between revisions

m
Text replacement - "Ἡρακλ" to "Ἡρακλ"
m (Text replacement - "a" to "a")
m (Text replacement - "Ἡρακλ" to "Ἡρακλ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πᾰνήγῠρις''': Δωρ. πανᾱγ-, εως, ἡ· (πᾶς, [[ἄγυρις]], [[ἀγορά]])· ― γενικὴ ἢ ἐθνικὴ [[συνέλευσις]], [[μάλιστα]] ἑορταστικὴ [[συνέλευσις]] εἰς τιμὴν ἐθνικοῦ τινος θεοῦ, Δήμητρος ἁγνῆς καὶ Κόρης, εἰς τιμὴν αὐτῶν, Ἀρχίλ. 107· Ζηνὸς ἀμφὶ πανάγυριν Πινδ. Ο. 9. 145· πανηγύρις πανηγυρίζειν, ἀνάγειν, ποιεῖσθαι, Ἡρόδ. 2. 58, 59., 6. 111· συνάγειν Ἰσοκρ. 41Α· διαλύειν Ξεν. Κύρ. 6. 1, 10· ἐν πανηγύρει βουλεύεσθαι Αἰσχύλ. Ἀγ. 845· ἐς π. θεωρεῖν Ἀριστοφ. Εἰρ. 342· θεωρίαι ἐν τὰς ἐν τῇ Ἑλλάδι π. Ψήφισμ. παρὰ Δημ. 526. 16· Ὀλυμπίαζε ἐς τῶν Ἑλλήνων π. ἐπαινιὼν Πλάτ. Ἱππ. Ἔλαττον 363C· αἱ συνελεύσεις αὗται ἔδωκαν ἀφορμὴν εἰς ἴδρυσιν μεγάλων ἐμπορικῶν ἀγορῶν, π. ἐμπορικόν τι [[πρᾶγμα]] Στράβ. 486, πρβλ. Συλλ. Ἐπιγρ. 4474. 35. 2) πᾶσα [[συνέλευσις]], θεῶν ἅδε [[πανάγυρις]] Αἰσχύλ. Θήβ. 220· νεοσσῶν, φίλων Εὐρ. [[Ἡρακλ]]. 239, Ἡρ. Μαιν. 1283. 3) μεταφορ., πανήγυρις ὀφθαλμῶν, [[τέρψις]], [[ἀπόλαυσις]], Αἰλ. Ποικ. Ἱστ. 3. 1, πρβλ. Ἰακώψ. εἰς Ἀχιλλ. Τάτ. σ. 470. ΙΙ. ἡ [[συνέλευσις]], δηλ. οἱ συνελθόντες, τῇ π. [[δέος]] ἐγένετο μή... Θουκ. 5. 50.
|lstext='''πᾰνήγῠρις''': Δωρ. πανᾱγ-, εως, ἡ· (πᾶς, [[ἄγυρις]], [[ἀγορά]])· ― γενικὴ ἢ ἐθνικὴ [[συνέλευσις]], [[μάλιστα]] ἑορταστικὴ [[συνέλευσις]] εἰς τιμὴν ἐθνικοῦ τινος θεοῦ, Δήμητρος ἁγνῆς καὶ Κόρης, εἰς τιμὴν αὐτῶν, Ἀρχίλ. 107· Ζηνὸς ἀμφὶ πανάγυριν Πινδ. Ο. 9. 145· πανηγύρις πανηγυρίζειν, ἀνάγειν, ποιεῖσθαι, Ἡρόδ. 2. 58, 59., 6. 111· συνάγειν Ἰσοκρ. 41Α· διαλύειν Ξεν. Κύρ. 6. 1, 10· ἐν πανηγύρει βουλεύεσθαι Αἰσχύλ. Ἀγ. 845· ἐς π. θεωρεῖν Ἀριστοφ. Εἰρ. 342· θεωρίαι ἐν τὰς ἐν τῇ Ἑλλάδι π. Ψήφισμ. παρὰ Δημ. 526. 16· Ὀλυμπίαζε ἐς τῶν Ἑλλήνων π. ἐπαινιὼν Πλάτ. Ἱππ. Ἔλαττον 363C· αἱ συνελεύσεις αὗται ἔδωκαν ἀφορμὴν εἰς ἴδρυσιν μεγάλων ἐμπορικῶν ἀγορῶν, π. ἐμπορικόν τι [[πρᾶγμα]] Στράβ. 486, πρβλ. Συλλ. Ἐπιγρ. 4474. 35. 2) πᾶσα [[συνέλευσις]], θεῶν ἅδε [[πανάγυρις]] Αἰσχύλ. Θήβ. 220· νεοσσῶν, φίλων Εὐρ. Ἡρακλ. 239, Ἡρ. Μαιν. 1283. 3) μεταφορ., πανήγυρις ὀφθαλμῶν, [[τέρψις]], [[ἀπόλαυσις]], Αἰλ. Ποικ. Ἱστ. 3. 1, πρβλ. Ἰακώψ. εἰς Ἀχιλλ. Τάτ. σ. 470. ΙΙ. ἡ [[συνέλευσις]], δηλ. οἱ συνελθόντες, τῇ π. [[δέος]] ἐγένετο μή... Θουκ. 5. 50.
}}
}}
{{bailly
{{bailly