3,274,216
edits
m (Text replacement - "q. v." to "q.v.") |
m (Text replacement - "Ἡρακλ" to "Ἡρακλ") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''εὐθύνω''': (ῠ): μέλλ. ῠνῶ. (εὐθὺς) = τῷ Ὅμ. [[ἰθύνω]] ([[ὅπερ]] ἀπαντᾷ [[συχνάκις]] ὡς διάφ. γραφ. παρ’ Ἀττ., ὡς ἐν Αἰσχύλ. Πέρσ. 773): ὁδηγῶ κατ’ εὐθεῖαν, [[διευθύνω]], οἰωνὸν γνώμῃ στομίων ἄτερ εὐθύνων ὁ αὐτ. ἐν Πρ. 287· εὐθ ἡνίας Ἀριστοφ. Ὄρν. 1738· ἅρματα Ἰσοκρ. 9Α· ηὔθυνον ἀμφῆρες [[δόρυ]], διηύθυνον τὸ [[ἀμφοτέρωθεν]] ἐρεσσόμενον [[πλοῖον]], Εὐρ. Κύκλ. 15· εὐθ. πλάταν ὁ αὐτ. ἐν Ἑκ. 39· εὐθ. ἀγέλας, ὁδηγεῖν, Ξεν. Κύρ. 1. 1. 2· εὐθ. χερσί, διευθύνειν ὁδηγεῖν αὐτόν, Σοφ. Αἴ. 542· εὐθ. [[πόδα]] Εὐρ. | |lstext='''εὐθύνω''': (ῠ): μέλλ. ῠνῶ. (εὐθὺς) = τῷ Ὅμ. [[ἰθύνω]] ([[ὅπερ]] ἀπαντᾷ [[συχνάκις]] ὡς διάφ. γραφ. παρ’ Ἀττ., ὡς ἐν Αἰσχύλ. Πέρσ. 773): ὁδηγῶ κατ’ εὐθεῖαν, [[διευθύνω]], οἰωνὸν γνώμῃ στομίων ἄτερ εὐθύνων ὁ αὐτ. ἐν Πρ. 287· εὐθ ἡνίας Ἀριστοφ. Ὄρν. 1738· ἅρματα Ἰσοκρ. 9Α· ηὔθυνον ἀμφῆρες [[δόρυ]], διηύθυνον τὸ [[ἀμφοτέρωθεν]] ἐρεσσόμενον [[πλοῖον]], Εὐρ. Κύκλ. 15· εὐθ. πλάταν ὁ αὐτ. ἐν Ἑκ. 39· εὐθ. ἀγέλας, ὁδηγεῖν, Ξεν. Κύρ. 1. 1. 2· εὐθ. χερσί, διευθύνειν ὁδηγεῖν αὐτόν, Σοφ. Αἴ. 542· εὐθ. [[πόδα]] Εὐρ. Ἡρακλ. 728, κτλ. 2) μεταφ., διοικῶ, κυβερνῶ, [[διευθύνω]], Κύρου δὲ [[παῖς]]… ηὔθυνε στρατὸν Αἰσχύλ. Πέρσ. 773· πᾶσαν εὐθύνων πόλιν Σοφ. Ἀντ. 178, πρβλ. 1164, Εὐρ. Ἑκ. 9, Πλάτ. [[Μίνως]] 320D. II. ποιῶ τι εὐθύ, εὐθ. δίκας σκολιάς, διεστραμμένας δίκας διευθετεῖν, ποιεῖν αὐτὰς δικαίας, Σόλων 5. 36· εὐθ. δίκας λαοῖς Πινδ. Π. 4. 273· εὐθ. [[οὖρον]], πέμπειν [[οὔριον]] ἄνεμον, ὁ αὐτ. Ο. 13. 38· εὐθ. ὄλβον ὁ αὐτ. Π. 1. 88· [[ὥσπερ]] [[ξύλον]] διαστρεφόμενον… εὐθ. ἀπειλαῖς καὶ πληγαῖς Πλάτ. Πρωταγ. 325D, πρβλ. 236Ε. ΙΙΙ. ἐν Ἀθήναις [[ἀκούω]] λογοδοσίαν (πρβλ. [[εὔθυνα]]), ἐπὶ ἄρχοντος, καλῶ αὐτὸν εἰς λογοδοσίαν, Πλάτ. Πολιτικ. εὐθ. τὰς ἀρχὰς Ἀριστ. Πολιτικ. 2. 9, 26., 12. 5, κ. ἀλλ. - Παθ., 299Α· ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. 3. 18, 6. 2) μετὰ γεν. τοῦ ἐγκλήματος, προσκαλῶ τινα [[ὅπως]] δώσῃ εὐθύνας περὶ... τινὰ κλοπῆς Πλουτ. Κικ. 9. -Παθ., τῶν ἀδικημάτων εὐθύνθη Θουκ. 1. 95. 3) [[καθόλου]], [[κατακρίνω]], τὴν Φιλίστου διάλεκτον Πλουτ. Νικ. 1. IV. ἀμετάβ., ὑπηρετῶ ὡς [[εὔθυνος]]. Πλάτ. Νόμ. 946. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |