επιφαίνω: Difference between revisions

m
Text replacement - "οῡ" to "οῦ"
m (Text replacement - "ταῑς " to "ταῖς ")
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐπιφαίνω]] (AM) [[φαίνω]]<br /><b>παθ.</b> <i>ἐπιφαίνομαι</i><br />εμφανίζομαι απροσδόκητα, [[προβάλλω]], [[ξεφυτρώνω]] (α. «χαλκέων ἀνδρῶν ἐπιφανέντων», <b>Ηρόδ.</b><br />β. «ὅτι σφι μούνοισι ἔωθε ὁ Περσεὺς ἐπιφαίνεσθαι», <b>Ηρόδ.</b><br />γ. «ἡ [[χρηστότης]] καὶ ἡ [[φιλανθρωπία]] ἐπεφάνη τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῡ», ΚΔ)<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> <b>μτφ.</b> [[φωτίζω]]<br /><b>2.</b> αναδεικνύομαι<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[δηλώνω]], [[φανερώνω]] («καί τινα προστασίαν ἀξιωματικὴν ἐπιφαίνουσα», <b>Πολ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (με αιτ. και απρμφ.) [[κάνω]] φανερό ότι<br /><b>2.</b> (φαινομενικά αμτθ.) [[δείχνω]] φως, [[φέγγω]], [[φωτίζω]] («τῆς ἡμέρας ἐπιφαινούσης», <b>Πολ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>παθ.</b> εμφανίζομαι [[κάπου]] («ἐπιφαίνεται δ’ [[ἀμέλει]] καὶ ταῖς εἰκόσιν ἀθλητική τις [[ἰδέα]]», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>4.</b> (η μτχ. ενεστ. ως ουσ.) <i>τὰ ἐπιφαινόμενα</i><br />τα συμπτώματα, τα περιστατικά που επακολουθούν [[μετά]] την [[εμφάνιση]] της ασθένειας.
|mltxt=[[ἐπιφαίνω]] (AM) [[φαίνω]]<br /><b>παθ.</b> <i>ἐπιφαίνομαι</i><br />εμφανίζομαι απροσδόκητα, [[προβάλλω]], [[ξεφυτρώνω]] (α. «χαλκέων ἀνδρῶν ἐπιφανέντων», <b>Ηρόδ.</b><br />β. «ὅτι σφι μούνοισι ἔωθε ὁ Περσεὺς ἐπιφαίνεσθαι», <b>Ηρόδ.</b><br />γ. «ἡ [[χρηστότης]] καὶ ἡ [[φιλανθρωπία]] ἐπεφάνη τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ», ΚΔ)<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> <b>μτφ.</b> [[φωτίζω]]<br /><b>2.</b> αναδεικνύομαι<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[δηλώνω]], [[φανερώνω]] («καί τινα προστασίαν ἀξιωματικὴν ἐπιφαίνουσα», <b>Πολ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (με αιτ. και απρμφ.) [[κάνω]] φανερό ότι<br /><b>2.</b> (φαινομενικά αμτθ.) [[δείχνω]] φως, [[φέγγω]], [[φωτίζω]] («τῆς ἡμέρας ἐπιφαινούσης», <b>Πολ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>παθ.</b> εμφανίζομαι [[κάπου]] («ἐπιφαίνεται δ’ [[ἀμέλει]] καὶ ταῖς εἰκόσιν ἀθλητική τις [[ἰδέα]]», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>4.</b> (η μτχ. ενεστ. ως ουσ.) <i>τὰ ἐπιφαινόμενα</i><br />τα συμπτώματα, τα περιστατικά που επακολουθούν [[μετά]] την [[εμφάνιση]] της ασθένειας.
}}
}}