3,244,126
edits
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η, ΝΑ<br />[[πολυανθρωπία]] («ἡ [[πολυανδρία]] τοῦ | |mltxt=η, ΝΑ<br />[[πολυανθρωπία]] («ἡ [[πολυανδρία]] τοῦ Ἰταλικοῦ γένους», <b>Αππ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> η ύπαρξη σε μια [[χώρα]] περισσότερων [[ανδρών]] σε [[σύγκριση]] με τις γυναίκες<br /><b>2.</b> <b>εθνολ.</b> το να λαμβάνει μία [[γυναίκα]] περισσότερους από έναν νόμιμους συζύγους<br /><b>3.</b> <b>βοτ.</b> η ύπαρξη πολλών στημόνων σε ένα [[άνθος]] φυτού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πολύανδρος]]. Η λ. ως επιστημον. όρος της Νέας Ελληνικής [[είναι]] αντιδάνεια, <b>πρβλ.</b> αγγλ. <i>polyandria</i>]. | ||
}} | }} |