ενθορυβώ: Difference between revisions

m
Text replacement - "μῡς" to "μῦς"
m (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ")
m (Text replacement - "μῡς" to "μῦς")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ἐνθορυβῶ, -έω (Μ)<br />[[θορυβώ]] πολύ κάποιον, [[καταταράζω]] («μῡς... τοῦτον ἤγειρεν ἐντεθορυβημένον» — [[ένας]] [[ποντικός]] τον ξεσήκωσε κατατρομαγμένον, Τζέτζ.).
|mltxt=ἐνθορυβῶ, -έω (Μ)<br />[[θορυβώ]] πολύ κάποιον, [[καταταράζω]] («μῦς... τοῦτον ἤγειρεν ἐντεθορυβημένον» — [[ένας]] [[ποντικός]] τον ξεσήκωσε κατατρομαγμένον, Τζέτζ.).
}}
}}