3,274,831
edits
m (Text replacement - " :" to ":") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{LSJ1 | {{LSJ1 | ||
|Full diacritics= | |Full diacritics=κᾰ́πηλος | ||
|Medium diacritics=κάπηλος | |Medium diacritics=κάπηλος | ||
|Low diacritics=κάπηλος | |Low diacritics=κάπηλος | ||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kapilos | |Transliteration C=kapilos | ||
|Beta Code=ka/phlos | |Beta Code=ka/phlos | ||
|Definition=[ᾰ], ὁ(also ἡ, AP9.180 (Pall.)),<br><span class="bld">A</span> [[retail]]-[[dealer]], [[huckster]], Hdt. 1.94, 2.141, Sophr.1, etc.; opp. [[ἔμπορος]], Lys.22.21, X.Cyr.4.5.42, Pl.R.371d, Prt.314a; also opp. the [[producer]] ([[αὐτοπώλης]]), Id.Sph. 231d, Plt.260c; applied to [[Darius]], Hdt.3.89; κάπηλος ἀσπίδων, κάπηλος ὅπλων, a [[dealer]] in... Ar.Pax447, 1209.<br><span class="bld">2</span> esp. [[tavern]]-[[keeper]], Ar.Th.347, Lys.Fr.1, PMagd.26.2 (iii B.C.), PTeb.612(i/ii A. D.), Luc.Herm.58, etc.<br><span class="bld">3</span> metaph., κάπηλος | |Definition=[ᾰ], ὁ (also ἡ, AP9.180 (Pall.)),<br><span class="bld">A</span> [[retail]]-[[dealer]], [[huckster]], Hdt. 1.94, 2.141, Sophr.1, etc.; opp. [[ἔμπορος]], Lys.22.21, X.Cyr.4.5.42, Pl.R.371d, Prt.314a; also opp. the [[producer]] ([[αὐτοπώλης]]), Id.Sph. 231d, Plt.260c; applied to [[Darius]], Hdt.3.89; κάπηλος ἀσπίδων, κάπηλος ὅπλων, a [[dealer]] in... Ar.Pax447, 1209.<br><span class="bld">2</span> esp. [[tavern]]-[[keeper]], Ar.Th.347, Lys.Fr.1, PMagd.26.2 (iii B.C.), PTeb.612(i/ii A. D.), Luc.Herm.58, etc.<br><span class="bld">3</span> metaph., κάπηλος [[πονηρία]]ς = [[dealer]] in [[petty]] [[roguery]], D.25.46.<br><span class="bld">II</span> as adjective, ος, ον, = [[καπηλικός]], [[βίος]] D.H.9.25; esp. [[cheating]], [[knavish]], κ. προσφέρων τεχνήματα A.Fr.322; κάπηλον [[φρόνημα]] Com.Adesp.867. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κάπηλος''': ὁ, [[μικρέμπορος]], λιανοπωλητής, [[μεταπράτης]], Λατ. propola, institor, Ἡρόδ. 1. 94., 2. 141, καὶ Ἀττ.· κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸν ἔμπορον, Λυσ. 166. 17, Ξεν. Κύρ. 4. 5, 42, Πλάτ. Πολ. 371D, Πρωτ. 314Α· ἢ πρὸς τὸν παράγοντα τὸ πωλούμενον (τὸν αὐτοπώλην), ὁ αὐτ. ἐν Σοφιστ. 231D. Πολιτικ. 260D· λέγεται ἐπὶ τοῦ Δαρείου διὰ τὰς αὐστηρὰς [[αὐτοῦ]] οίκονομικὰς διακανονίσεις, Ἡρόδ. 3. 89: - [[κάπηλος]] ἀσπίδων, ὅπλων Ἀριστοφ. Εἰρ. 477, 1209· οὕτω δὲ καὶ ἐν συνθέσει, ἀνδραποδο-, βιβλιο-, ἱματιο-, σιτο-[[κάπηλος]]. 2) ἰδίως ὁ διατηρῶν [[καπηλεῖον]], Λατ. caupo, Ἀριστοφ. Θεσμ. 347, Λυσ. Ἀποσπ. 3, Λονκ., κλ. 3) μεταφορ. κ. πονηρίας, ὁ μεταχειριζόμενος δόλους, Δημ. 784. 7. ΙΙ. ὡς ἐπίθ. [[κάπηλος]], ον = [[καπηλικός]], [[κάπηλος]] [[βίος]] Διον. Ἁλ. 9. 25· ἰδίως, ἐξαπατῶν, [[δόλιος]] [[πανοῦργος]], κ. προσφέρων τεχνήματα Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 338. «κάπηλον [[φρόνημα]]: παλίμβουλον καὶ οὐχ ὑγιές, ἡ μεταφορὰ ἀπὸ τῶν καπήλων τῶν μὴ πιπρασκόντων εἰλικρινῆ καὶ ἀκέραια τὰ ὤνια» Α. Β. 49. ([[κάπηλος]], καπηλὶς = Λατ. caupo, copa: - Γοτθ. kaupôn, Ἀρχ. Σκανδ. kaupa, Ἀρχ Ὑψηλ. Γερμ. koufan, kaufon, Ἀγγλο-Σαξον. ceapian, τὰ δὲ Ἀγγλικὰ chaffer, cheap, Chipping, chap-man, horse-couper, κτλ. φαίνεται ὅτι παρελήφθησαν ἐκ τῆς Λατ.· [[διότι]] τὸ Ἑλλ. κ (c) ἔπρεπε νὰ ἐκφέρηται διὰ τοῦ Τευτον. k ἢ g). | |lstext='''κάπηλος''': ὁ, [[μικρέμπορος]], λιανοπωλητής, [[μεταπράτης]], Λατ. propola, institor, Ἡρόδ. 1. 94., 2. 141, καὶ Ἀττ.· κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸν ἔμπορον, Λυσ. 166. 17, Ξεν. Κύρ. 4. 5, 42, Πλάτ. Πολ. 371D, Πρωτ. 314Α· ἢ πρὸς τὸν παράγοντα τὸ πωλούμενον (τὸν αὐτοπώλην), ὁ αὐτ. ἐν Σοφιστ. 231D. Πολιτικ. 260D· λέγεται ἐπὶ τοῦ Δαρείου διὰ τὰς αὐστηρὰς [[αὐτοῦ]] οίκονομικὰς διακανονίσεις, Ἡρόδ. 3. 89: - [[κάπηλος]] ἀσπίδων, ὅπλων Ἀριστοφ. Εἰρ. 477, 1209· οὕτω δὲ καὶ ἐν συνθέσει, ἀνδραποδο-, βιβλιο-, ἱματιο-, σιτο-[[κάπηλος]]. 2) ἰδίως ὁ διατηρῶν [[καπηλεῖον]], Λατ. [[caupo]], Ἀριστοφ. Θεσμ. 347, Λυσ. Ἀποσπ. 3, Λονκ., κλ. 3) μεταφορ. κ. πονηρίας, ὁ μεταχειριζόμενος δόλους, Δημ. 784. 7. ΙΙ. ὡς ἐπίθ. [[κάπηλος]], ον = [[καπηλικός]], [[κάπηλος]] [[βίος]] Διον. Ἁλ. 9. 25· ἰδίως, ἐξαπατῶν, [[δόλιος]] [[πανοῦργος]], κ. προσφέρων τεχνήματα Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 338. «κάπηλον [[φρόνημα]]: παλίμβουλον καὶ οὐχ ὑγιές, ἡ μεταφορὰ ἀπὸ τῶν καπήλων τῶν μὴ πιπρασκόντων εἰλικρινῆ καὶ ἀκέραια τὰ ὤνια» Α. Β. 49. ([[κάπηλος]], καπηλὶς = Λατ. [[caupo]], [[copa]]: - Γοτθ. kaupôn, Ἀρχ. Σκανδ. kaupa, Ἀρχ Ὑψηλ. Γερμ. koufan, kaufon, Ἀγγλο-Σαξον. ceapian, τὰ δὲ Ἀγγλικὰ chaffer, cheap, Chipping, chap-man, horse-couper, κτλ. φαίνεται ὅτι παρελήφθησαν ἐκ τῆς Λατ.· [[διότι]] τὸ Ἑλλ. κ (c) ἔπρεπε νὰ ἐκφέρηται διὰ τοῦ Τευτον. k ἢ g). | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
Line 26: | Line 26: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''κάπηλος:'''<br /><b class="num">I</b> (ᾰ) ὁ<br /><b class="num">1)</b> [[мелкий торговец]], [[лавочник]], [[торговец в разнос]] (κάπηλοι καὶ χειρώνακτες καὶ [[ἀγοραῖοι]] Her.; πρίασθαί τι παρὰ τοῦ καπήλου καὶ ἐμπόρου Plat.);<br /><b class="num">2)</b> [[трактирщик]], [[кабатчик]] Arph., Lys., Luc.;<br /><b class="num">3)</b> [[торгаш]], [[плут]], [[мошенник]], Her., Dem. | |elrutext='''κάπηλος:'''<br /><b class="num">I</b> (ᾰ) ὁ<br /><b class="num">1)</b> [[мелкий торговец]], [[лавочник]], [[торговец в разнос]] (κάπηλοι καὶ χειρώνακτες καὶ [[ἀγοραῖοι]] Her.; πρίασθαί τι παρὰ τοῦ καπήλου καὶ ἐμπόρου Plat.);<br /><b class="num">2)</b> [[трактирщик]], [[кабатчик]] Arph., Lys., Luc.;<br /><b class="num">3)</b> [[торгаш]], [[плут]], [[мошенник]], Her., Dem. [[торгашеский]], [[плутовской]], [[мошеннический]] (τεχνήματα Aesch.). | ||
}} | }} | ||
{{elnl | {{elnl |