συνεταιρισμός: Difference between revisions

m
Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1"
(39)
m (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
|mltxt=ο, Ν<br /><b>1.</b> [[ένωση]] που έχει ως σκοπό την οικονομική, [[ηθική]] και κοινωνική πρόοδο των συνεταίρων και στηρίζεται στην [[αρχή]] της ισονομίας και της συνεργασίας των μελών της (α. «[[παραγωγικός]] [[συνεταιρισμός]]» β. «[[καταναλωτικός]] [[συνεταιρισμός]]» γ. «[[οικοδομικός]] [[συνεταιρισμός]]»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[γεωργικός]] [[συνεταιρισμός]]»<br /><b>(νομ.)</b> ιδιότυπη [[εταιρεία]] που αποτελείται από πρόσωπα ασχολούμενα [[κατά]] κύριο ή δευτερεύον [[επάγγελμα]] με τη [[γεωργία]], έχει μεταβλητό [[κεφάλαιο]] και αριθμό μελών και αποσκοπεί, με την ισότιμη [[συνεργασία]] και αμοιβαία [[βοήθεια]] τών συνεταίρων, στην [[εξυπηρέτηση]] και [[προαγωγή]] οικονομικών συμφερόντων τους<br />β) «[[πιστωτικός]] [[συνεταιρισμός]]» — [[συνεταιρισμός]] ο [[οποίος]] σχηματίζεται από [[ομάδα]] ανθρώπων με κοινό σκοπό την [[εξεύρεση]] και [[παροχή]] πιστώσεων στα [[μέλη]] του.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[συνεταιρίζομαι]]. Η λ. μαρτυρείται από το 1851 στον Κ. Παπαρρηγόπουλο].
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, Ν<br /><b>1.</b> [[ένωση]] που έχει ως σκοπό την οικονομική, [[ηθική]] και κοινωνική πρόοδο των συνεταίρων και στηρίζεται στην [[αρχή]] της ισονομίας και της συνεργασίας των μελών της (α. «[[παραγωγικός]] [[συνεταιρισμός]]» β. «[[καταναλωτικός]] [[συνεταιρισμός]]» γ. «[[οικοδομικός]] [[συνεταιρισμός]]»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[γεωργικός]] [[συνεταιρισμός]]»<br /><b>(νομ.)</b> ιδιότυπη [[εταιρεία]] που αποτελείται από πρόσωπα ασχολούμενα [[κατά]] κύριο ή δευτερεύον [[επάγγελμα]] με τη [[γεωργία]], έχει μεταβλητό [[κεφάλαιο]] και αριθμό μελών και αποσκοπεί, με την ισότιμη [[συνεργασία]] και αμοιβαία [[βοήθεια]] τών συνεταίρων, στην [[εξυπηρέτηση]] και [[προαγωγή]] οικονομικών συμφερόντων τους<br />β) «[[πιστωτικός]] [[συνεταιρισμός]]» — [[συνεταιρισμός]] ο [[οποίος]] σχηματίζεται από [[ομάδα]] ανθρώπων με κοινό σκοπό την [[εξεύρεση]] και [[παροχή]] πιστώσεων στα [[μέλη]] του.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[συνεταιρίζομαι]]. Η λ. μαρτυρείται από το 1851 στον Κ. Παπαρρηγόπουλο].
|mltxt=ο, Ν<br /><b>1.</b> [[ένωση]] που έχει ως σκοπό την οικονομική, [[ηθική]] και κοινωνική πρόοδο των συνεταίρων και στηρίζεται στην [[αρχή]] της ισονομίας και της συνεργασίας των μελών της (α. «[[παραγωγικός]] [[συνεταιρισμός]]» β. «[[καταναλωτικός]] [[συνεταιρισμός]]» γ. «[[οικοδομικός]] [[συνεταιρισμός]]»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[γεωργικός]] [[συνεταιρισμός]]»<br /><b>(νομ.)</b> ιδιότυπη [[εταιρεία]] που αποτελείται από πρόσωπα ασχολούμενα [[κατά]] κύριο ή δευτερεύον [[επάγγελμα]] με τη [[γεωργία]], έχει μεταβλητό [[κεφάλαιο]] και αριθμό μελών και αποσκοπεί, με την ισότιμη [[συνεργασία]] και αμοιβαία [[βοήθεια]] τών συνεταίρων, στην [[εξυπηρέτηση]] και [[προαγωγή]] οικονομικών συμφερόντων τους<br />β) «[[πιστωτικός]] [[συνεταιρισμός]]» — [[συνεταιρισμός]] ο [[οποίος]] σχηματίζεται από [[ομάδα]] ανθρώπων με κοινό σκοπό την [[εξεύρεση]] και [[παροχή]] πιστώσεων στα [[μέλη]] του.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[συνεταιρίζομαι]]. Η λ. μαρτυρείται από το 1851 στον Κ. Παπαρρηγόπουλο].
}}
}}