Σαρδώ: Difference between revisions

No change in size ,  1 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=*sardw/
|Beta Code=*sardw/
|Definition=ἡ, gen. όος contr. οῦς, dat. οῖ, [[Sardinia]], Hdt.1.170, Ar.V. 700; the obl. cases are sometimes [[Σαρδόνος]], -όνι, -όνα (as if from [[Σαρδών]]), Plb.1.24.5 sq., 1.79.1, etc.; [[Σαρδῶνος]] is [[falsa lectio|f.l.]] in Str.2.4.3: a nom. [[Σαρδώνη]] in Hsch.([[si vera lectio|s.v.l.]]).-Hence Adj. [[Σαρδόνιος]], Hdt.1.166, Theoc. 16.86; cf. [[σαρδάνιος]] (hence [[Σαρδονία]]<br><span class="bld">A</span> = [[Σαρδώ]], CIG2509.14):—also [[Σαρδονικός]], Hdt.2.105, Arist.Mete..354a21, Poll.5.26: [[Σαρδώνιος]], Str.2.4.3, 2.5.19, etc.; [[Σαρδωνικός]], Lyc.796; [[Σαρδῷος]], [[Σαρδῴα]], [[Σαρδῷον]], Plb. 1.42.6, etc.:—[[Σαρδοί]], οἱ, the [[Sardinians]], D.S.21.16; [[Σαρδῷοι]] Plb.1. 88.9; γῆς τῆς λεγομένης [[σάρδης]],= Lat. [[Sarda]], a kind of [[fuller]]'s [[earth]] from [[Sardinia]], Gal.13.734, cf. Plin.HN35.196.<br><span class="bld">II</span> a [[precious]] [[stone]], prob. = [[σάρδιον]] or [[σαρδόνυξ]], Luc.Dom.15, Philostr.Im.1.6.
|Definition=ἡ, gen. όος contr. οῦς, dat. οῖ, [[Sardinia]], Hdt.1.170, Ar.V. 700; the obl. cases are sometimes [[Σαρδόνος]], -όνι, -όνα (as if from [[Σαρδών]]), Plb.1.24.5 sq., 1.79.1, etc.; [[Σαρδῶνος]] is [[falsa lectio|f.l.]] in Str.2.4.3: a nom. [[Σαρδώνη]] in Hsch.([[si vera lectio|s.v.l.]]).-Hence Adj. [[Σαρδόνιος]], Hdt.1.166, Theoc. 16.86; cf. [[σαρδάνιος]] (hence [[Σαρδονία]]<br><span class="bld">A</span> = [[Σαρδώ]], CIG2509.14):—also [[Σαρδονικός]], Hdt.2.105, Arist.Mete..354a21, Poll.5.26: [[Σαρδώνιος]], Str.2.4.3, 2.5.19, etc.; [[Σαρδωνικός]], Lyc.796; [[Σαρδῷος]], [[Σαρδῴα]], [[Σαρδῷον]], Plb. 1.42.6, etc.:—[[Σαρδοί]], οἱ, the [[Sardinians]], D.S.21.16; [[Σαρδῷοι]] Plb.1. 88.9; γῆς τῆς λεγομένης [[σάρδης]],= Lat. [[Sarda]], a kind of [[fuller]]'s [[earth]] from [[Sardinia]], Gal.13.734, cf. Plin.HN35.196.<br><span class="bld">II</span> a [[precious]] [[stone]], prob. = [[σάρδιον]] or [[σαρδόνυξ]], Luc.Dom.15, Philostr.Im.1.6.
}}
{{bailly
|btext=οῦς (ἡ) :<br />Sardaigne.<br />'''Étymologie:'''.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''Σαρδώ''': ἡ, γεν. όος, συνῃρ. οῦς, δοτικ. οῖ, ἡ «Σαρδινία», Ἡρόδ. 1. 170, Ἀριστοφ. Σφ. 700· αἱ πλάγιαι πτώσεις [[ἐνίοτε]] φέρονται Σαρδόνος, -όνι, -όνα (οἱονεὶ ἐξ ὀνομ. Σαρδών). Πολυβ. 1. 24, 5 κἑξ., 1. 79, 1, κτλ.· Σαρδῶνος [[εἶναι]] πιθαν. πλημμελὴς γραφ. παρὰ Στράβ. 106· ὀνομ. Σαρδώνη παρ’ Ἡσύχ. - Ἐντεῦθεν ἐπίθετ. Σαρδόνιος, Ἡρόδ. 1. 166, Θεόκρ. 16. 86· πρβλ. [[σαρδάνιος]]· ([[ἐντεῦθεν]] Σαρδονία, = [[Σαρδώ]], Συλλ. Ἐπιγρ. 2509. 14)· -[[ὡσαύτως]] Σαρδονικός, Ἡρόδ. 2. 105, Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 1, 11, Πολυδ. Ε΄, 26· Σαρδώνιος, Στράβ. 106, 122, κτλ.· (ἀλλὰ Σαρδωνικὸς [[εἶναι]] πιθανῶς πλημμελὴς γραφὴ παρὰ τῷ Λυκόφρ. 796, Πολυδ. Ζ΄, 77· παρ’ Ἡσύχ. Σαρδῷος, ῴα, ῷον, Πολυβ. 1. 42, 6, κτλ.· - Σαρδοί, οἱ, οἱ κάτοικοι τῆς Σαρδοῦς, Διοδ. Ἐκλογ. 491. 10, ἀλλ’ ἴδε Schweigh. εἰς Πολύβ. 26. 7, 1· Σαρδῷοι ὁ αὐτ. 1. 88, 9. ΙΙ. πολύτιμός τις [[λίθος]], [[ἴσως]] ὁ αὐτὸς καὶ [[σάρδιον]] ἢ ὁ [[σαρδόνυξ]], Φιλόστρ. 770, ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 187.
|lstext='''Σαρδώ''': ἡ, γεν. όος, συνῃρ. οῦς, δοτικ. οῖ, ἡ «Σαρδινία», Ἡρόδ. 1. 170, Ἀριστοφ. Σφ. 700· αἱ πλάγιαι πτώσεις [[ἐνίοτε]] φέρονται Σαρδόνος, -όνι, -όνα (οἱονεὶ ἐξ ὀνομ. Σαρδών). Πολυβ. 1. 24, 5 κἑξ., 1. 79, 1, κτλ.· Σαρδῶνος [[εἶναι]] πιθαν. πλημμελὴς γραφ. παρὰ Στράβ. 106· ὀνομ. Σαρδώνη παρ’ Ἡσύχ. - Ἐντεῦθεν ἐπίθετ. Σαρδόνιος, Ἡρόδ. 1. 166, Θεόκρ. 16. 86· πρβλ. [[σαρδάνιος]]· ([[ἐντεῦθεν]] Σαρδονία, = [[Σαρδώ]], Συλλ. Ἐπιγρ. 2509. 14)· -[[ὡσαύτως]] Σαρδονικός, Ἡρόδ. 2. 105, Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 1, 11, Πολυδ. Ε΄, 26· Σαρδώνιος, Στράβ. 106, 122, κτλ.· (ἀλλὰ Σαρδωνικὸς [[εἶναι]] πιθανῶς πλημμελὴς γραφὴ παρὰ τῷ Λυκόφρ. 796, Πολυδ. Ζ΄, 77· παρ’ Ἡσύχ. Σαρδῷος, ῴα, ῷον, Πολυβ. 1. 42, 6, κτλ.· - Σαρδοί, οἱ, οἱ κάτοικοι τῆς Σαρδοῦς, Διοδ. Ἐκλογ. 491. 10, ἀλλ’ ἴδε Schweigh. εἰς Πολύβ. 26. 7, 1· Σαρδῷοι ὁ αὐτ. 1. 88, 9. ΙΙ. πολύτιμός τις [[λίθος]], [[ἴσως]] ὁ αὐτὸς καὶ [[σάρδιον]] ἢ ὁ [[σαρδόνυξ]], Φιλόστρ. 770, ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 187.
}}
{{bailly
|btext=οῦς (ἡ) :<br />Sardaigne.<br />'''Étymologie:'''.
}}
}}
{{grml
{{grml