3,274,919
edits
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)cf\. ([\p{Greek}\s]+) " to "cf. $1 ") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0245.png Seite 245]] ητος, ἡ, das jugendliche Alter, die [[Jugend]]; ἐκ νεότητος καὶ ἐς [[γῆρας]], Il. 14, 86. 23, 445; Eur. in dor. Form, ἁ νεότας, Herc. Fur. 637; in Prosa; Thuc. 6, 18; καὶ [[γῆρας]] καὶ [[νεότης]], Plat. Rep. I, 329 d; Xen. Cyr. 8, 7, 6. Mem. 2, 1, 31 u. A.; auch collectiv., die junge Mannschaft, Her. 9, 12 Thuc. 2, 20. – Jugendliche Unbesonnenheit, καὶ [[ἄνοια]], Plat. Legg. IV, 716 a, καὶ [[ὕβρις]], jugendlicher Muthwille, Apol. 26 e; καὶ [[ὀργή]], Plut. Cat. min. 7. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0245.png Seite 245]] ητος, ἡ, das jugendliche Alter, die [[Jugend]]; ἐκ νεότητος καὶ ἐς [[γῆρας]], Il. 14, 86. 23, 445; Eur. in dor. Form, ἁ νεότας, Herc. Fur. 637; in Prosa; Thuc. 6, 18; καὶ [[γῆρας]] καὶ [[νεότης]], Plat. Rep. I, 329 d; Xen. Cyr. 8, 7, 6. Mem. 2, 1, 31 u. A.; auch collectiv., die junge Mannschaft, Her. 9, 12 Thuc. 2, 20. – Jugendliche Unbesonnenheit, καὶ [[ἄνοια]], Plat. Legg. IV, 716 a, καὶ [[ὕβρις]], jugendlicher Muthwille, Apol. 26 e; καὶ [[ὀργή]], Plut. Cat. min. 7. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ητος (ἡ) :<br /><b>1</b> jeunesse, jeune âge ; fougue <i>ou</i> témérité de la jeunesse;<br /><b>2</b> <i>collect.</i> jeunesse, jeunes gens.<br />'''Étymologie:''' [[νέος]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''νεότης''': -ητος, ἡ, ([[νέος]]) ὡς καὶ νῦν, Λατ. juventa, ἐκ νεότητος... ἐς [[γῆρας]] Ἰλ. Ξ. 86· ἀτέμβονται νεότητος Ψ. 445· ἐρατὴν γὰρ ἀπωλέσαμεν νεότητα, δηλ. ἀπεθάνομεν νέοι, Σιμωνίδ. 92· καὶ παρ’ Ἀττ., ὡς Εὐρ. ἐν Ἡρ. Μαιν. 637, Ἀποσπ. 138, Ἀριστοφ. Ἀχ. 214· ἐπὶ νεότητος, κατὰ τὴν νεανικὴν ἡλικίαν, ὁ αὐτ. ἐν Σφ. 1190. 2) νεανικὴ [[ὁρμή]], θάρρος, [[τόλμη]], Ἡρόδ. 7. 13· ἐπὶ κακῆς σημασίας, ὁρμητικότης, [[παραφορά]], [[ἔξαψις]], ἀπερισκεψία, [[ἀκολασία]] καὶ [[νεότης]] Πλάτ. Ἀπολ. 26Ε· ν. καὶ [[ἄνοια]] Ἀνδοκ. 20. 28· ἐν τῷ πληθ., αἱ ἄρρενες Κράτης Θηβ. 4. Bgk.· αἱ ν. ἄφρονες Ἀνθ. Π. 9. 359, 7. ΙΙ. περιληπτ., ὡς τὸ [[νεολαία]], [[ὅμιλος]] νέων, οἱ νέοι, ἰδίως πάντες οἱ στρατευσίμου ἡλικίας, Λατ. juventus, Ἡρόδ. 4. 3., 9. 12, Πινδ. Ι. 8 (7). 150, Θουκ. 2. 8, 20, κτλ. ΙΙΙ. ὡς κύρ. [[ὄνομα]], ἡ θεὰ τῆς νεαρᾶς ἡλικίας, Juventus, Διον. Ἁλ. Ι, 586, 5, Δίων Κ. 54. 19, 7. | |lstext='''νεότης''': -ητος, ἡ, ([[νέος]]) ὡς καὶ νῦν, Λατ. juventa, ἐκ νεότητος... ἐς [[γῆρας]] Ἰλ. Ξ. 86· ἀτέμβονται νεότητος Ψ. 445· ἐρατὴν γὰρ ἀπωλέσαμεν νεότητα, δηλ. ἀπεθάνομεν νέοι, Σιμωνίδ. 92· καὶ παρ’ Ἀττ., ὡς Εὐρ. ἐν Ἡρ. Μαιν. 637, Ἀποσπ. 138, Ἀριστοφ. Ἀχ. 214· ἐπὶ νεότητος, κατὰ τὴν νεανικὴν ἡλικίαν, ὁ αὐτ. ἐν Σφ. 1190. 2) νεανικὴ [[ὁρμή]], θάρρος, [[τόλμη]], Ἡρόδ. 7. 13· ἐπὶ κακῆς σημασίας, ὁρμητικότης, [[παραφορά]], [[ἔξαψις]], ἀπερισκεψία, [[ἀκολασία]] καὶ [[νεότης]] Πλάτ. Ἀπολ. 26Ε· ν. καὶ [[ἄνοια]] Ἀνδοκ. 20. 28· ἐν τῷ πληθ., αἱ ἄρρενες Κράτης Θηβ. 4. Bgk.· αἱ ν. ἄφρονες Ἀνθ. Π. 9. 359, 7. ΙΙ. περιληπτ., ὡς τὸ [[νεολαία]], [[ὅμιλος]] νέων, οἱ νέοι, ἰδίως πάντες οἱ στρατευσίμου ἡλικίας, Λατ. juventus, Ἡρόδ. 4. 3., 9. 12, Πινδ. Ι. 8 (7). 150, Θουκ. 2. 8, 20, κτλ. ΙΙΙ. ὡς κύρ. [[ὄνομα]], ἡ θεὰ τῆς νεαρᾶς ἡλικίας, Juventus, Διον. Ἁλ. Ι, 586, 5, Δίων Κ. 54. 19, 7. | ||
}} | }} | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth |