τηρέω: Difference between revisions

No change in size ,  2 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "l’" to "l'")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1108.png Seite 1108]] [[wahrnehmen]], bewahren, [[behüten]]; δώματα, H. h. Cer. 142; πόλιν, Pind. P. 2, 88; [[καί]] μ' ὁ [[πρέσβυς]] παραστείχοντα τηρήσας, Soph. O. R. 808; τηρῶ αὐτοὺς οὐδὲ δοκῶν ὁρᾶν κλέπτοντας, Ar. Equ. 1141; vom [[φύλαξ]], Plat. Rep. VI, 484 c; τοὺς νέους, Legg. VIII, 836 a; παρακαταθήκην, Isocr. 1, 22; εἰρήνην, Dem. 18, 89; öfter bei Sp., wie N. T. – Übertr., [[beobachten]], bes. Zeit u. Stunde wahrnehmen, den rechten Augenblick abpassen; Ar. Eccl. 652; ἄνεμον, Thuc. 1, 65; τηρήσαντες νύκτα χειμέριον ὕδατι καὶ ἀνέμῳ, 3, 22, u. öfter; τηρήσας με ἀνιόντα, auflauern, Dem. 53, 17; – mit folgendem μή, sich hüten, ὃ τηρήσετον, μὴ ἄρχειν ἐπιχειρήσῃ, Plat. Rep. IV, 442 a; Theaet. 169 c. – Med. τηρέομαι, sich wovor hüten, in Acht nehmen, τί, Ar. Vesp. 391; – τηρήσομαι hat passiv. Bdtg Thuc. 4, 30.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1108.png Seite 1108]] [[wahrnehmen]], bewahren, [[behüten]]; δώματα, H. h. Cer. 142; πόλιν, Pind. P. 2, 88; [[καί]] μ' ὁ [[πρέσβυς]] παραστείχοντα τηρήσας, Soph. O. R. 808; τηρῶ αὐτοὺς οὐδὲ δοκῶν ὁρᾶν κλέπτοντας, Ar. Equ. 1141; vom [[φύλαξ]], Plat. Rep. VI, 484 c; τοὺς νέους, Legg. VIII, 836 a; παρακαταθήκην, Isocr. 1, 22; εἰρήνην, Dem. 18, 89; öfter bei Sp., wie N. T. – Übertr., [[beobachten]], bes. Zeit u. Stunde wahrnehmen, den rechten Augenblick abpassen; Ar. Eccl. 652; ἄνεμον, Thuc. 1, 65; τηρήσαντες νύκτα χειμέριον ὕδατι καὶ ἀνέμῳ, 3, 22, u. öfter; τηρήσας με ἀνιόντα, auflauern, Dem. 53, 17; – mit folgendem μή, sich hüten, ὃ τηρήσετον, μὴ ἄρχειν ἐπιχειρήσῃ, Plat. Rep. IV, 442 a; Theaet. 169 c. – Med. τηρέομαι, sich wovor hüten, in Acht nehmen, τί, Ar. Vesp. 391; – τηρήσομαι hat passiv. Bdtg Thuc. 4, 30.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br /><i>f.</i> τηρήσω, <i>ao.</i> ἐτήρησα, <i>pf.</i> τετήρηκα;<br /><b>1</b> avoir la garde de, veiller sur, acc.;<br /><b>2</b> observer, épier, guetter : τ. νύκτα χειμέριον THC attendre l'occasion d'une nuit orageuse ; avec un inf. : ἐτήρουν ἀνέμῳ καταφέρεσθαι THC ils attendaient le moment favorable pour que le vent les portât ; τ. [[ὅπως]] veiller à ce que ; τ. [[μή]] veiller à ce que… ne ; avec un part. : [[ἔνδον]] [[ὄντα]] τ. τινα THC s'assurer que qqn est à l'intérieur;<br /><b>3</b> observer, pratiquer l'observance de ; conserver, garder : εἰρήνην DÉM garder la paix ; παρακαταθήκην ISOCR un engagement ; ἑορτήν PLUT observer <i>ou</i> célébrer une fête.<br />'''Étymologie:''' [[τηρός]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''τηρέω''': (πρβλ. [[τηρός]], Σανσκρ. trâ (servare).) Ὡς καὶ νῦν, τηρῶ, ἐπιτηρῶ, [[φροντίζω]], [[προσέχω]], φυλλάτω, δώματα Ὕμν. Ὁμ. εἰς Δήμ. 142· πόλιν Πινδ. Π. 2, 161, Ἀριστοφ. Σφ. 210· τὰς κύνας Ξεν. Κυν. 6. 1· σπανίως ἐπὶ προσώπων, δαιμόνων ἡμῖν μόναις οὐ θύετ’ οὐδὲ σπένδετε, αἵτινες τηροῦμεν ὑμᾶς Ἀριστοφ. Νεφ. 579· τ. τὴν ἀρχὴν, διατηρεῖν, κατέχειν, Πολύβ. 22. 15, 2· τὸ τῆς πόλεως [[ἀξίωμα]] Διόδ. 17. 15. ― Παθ., τὸ [[ἔξωθεν]] ([[τεῖχος]]) ἐτηρεῖτο, ἐφυλάττετο, Θουκ. 1. 13· μέσ. μέλλ. τηρήσομαι ἐπὶ παθητ. σημασίας, ὁ αὐτ. 4. 30. 2) τ. [[ὅπως]]... ἔσται, φροντίζει νά..., Ἀριστ. Πολιτικ. 5. 9, 5· [[ὅπως]] μή.. παρανομῶσι [[αὐτόθι]] 5. 8, 2 τ. μή..., τ. μή τι γένηται, cavere ne..., Ἀριστοφάν. Εἰρ. 146, Θεσμ. 580, Πλάτ. Θεαίτ. 169C· τ. [[ὅπως]] μή τι γενήσεται Δημ. 318. 1· οὕτω καὶ ἐν τῷ μέσ. τύπῳ, τιμώμεσθ’, [[ὅπως]] μή... αἰσθήσεται Ἀριστοφ. Σφ. 372· τηροῦ μὴ λάβῃς ὑπώπια [[αὐτόθι]] 1386. ΙΙ. παρατηρῶ ἐκ τοῦ πλησίον, [[προσέχω]] συνεχῶς, ἐπιτηρῶ, τηρῶ αὐτοὺς οὐδὲ δοκῶν ὁρᾶν κλέπτοντας ὁ αὐτ. ἐν Ἱππ. 1145, πρβλ. Σφ. 364· τὰς ἁμαρτίας Θουκ. 4. 60· τ. τι μή... Ἀριστοφ. Εἰρ. 146, Πλάτ. Πολ. 442Α. 2) παρατηρῶ μετὰ προσοχῆς, παραφυλάττω, [[περιμένω]] τὴν κατάλληλον στιγμήν, καιροφυλακτῶ, μετὰ μετοχ., παραστείχοντα τηρήσας Σοφ. Ο. Τ. 808· [[ἔνδον]] [[ὄντα]] τηρήσαντες αὐτόν, παραφυλάξαντες [[ὥστε]] νὰ [[εἶναι]] αὐτὸς [[ἐντός]], Θουκ. 1. 134· τ. τὸν πορθμὸν κατιόντος ἀνέμου, δηλ. τηρεῖν ἄνεμον ἐρχόμενον κατὰ τὸν πορθμόν, ὁ αὐτ. 6. 2· τινὰ ἀνιόντα, παραφυλάττειν τινὰ ἀνερχόμενον, Δημ. 1252. 7· - μετὰ μόνης αἰτιατ., τηροῦσ’ ἐκείνην ἡμέραν ([[οὕτως]] ὁ Meineke ἀντὶ εὑροῦσ’) Σοφ. Ἠλ. 278 τ. ὅ τι καὶ δράσει Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 946· τηρήσας ἄνεμον Θουκ. 1. 65· τ. νύκτα χειμέριον ὁ αὐτ. 3. 22, πρβλ. 4. 27· νύκτα ἀσέληνον Δημ. 1380. 6· τ. τοὺς ἀστέρας Ἀριστ. περὶ Οὐρ. 2. 12, 3, κλπ.· τ. καιρὸν ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. 2. 5, 8, κλπ. ― Παθητ., ὁ καιρὸς ἐτηρήθη, παρεφύλαξαν τὸν καιρόν, Λυσί. 126. 35. 3) ἀπολ., ἀγρυπνῶ, φυλάττω, Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 9. 6, 4, περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 39, 4· ― μετ’ ἀπαρεμφ., φυλάττω, [[προσέχω]] [[ὥστε]] νά..., ἐτήρουν ἀνέμῳ καταφέρεσθαι Θουκ. 4. 26· τὴν ἀσφάλειαν τῆς ἐπιβουλῆς τηροῦντα φυλάξασθαι Ἀντιφῶν 117. 14. ΙΙΙ. φυλάττω, διατηρῶ τι ἐμπιστευθέν μοι, παρακαταθήκην Ἰσοκρ. 6D· ἀπόρρητα Λυσί. 189. 37· εἰρήνην Δημ. 255. 13. ― Ἴδε Χ. Χαριτωνίδου Ποικίλα Φιλολογικὰ ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. ΙΕ΄, σ. 222.
|lstext='''τηρέω''': (πρβλ. [[τηρός]], Σανσκρ. trâ (servare).) Ὡς καὶ νῦν, τηρῶ, ἐπιτηρῶ, [[φροντίζω]], [[προσέχω]], φυλλάτω, δώματα Ὕμν. Ὁμ. εἰς Δήμ. 142· πόλιν Πινδ. Π. 2, 161, Ἀριστοφ. Σφ. 210· τὰς κύνας Ξεν. Κυν. 6. 1· σπανίως ἐπὶ προσώπων, δαιμόνων ἡμῖν μόναις οὐ θύετ’ οὐδὲ σπένδετε, αἵτινες τηροῦμεν ὑμᾶς Ἀριστοφ. Νεφ. 579· τ. τὴν ἀρχὴν, διατηρεῖν, κατέχειν, Πολύβ. 22. 15, 2· τὸ τῆς πόλεως [[ἀξίωμα]] Διόδ. 17. 15. ― Παθ., τὸ [[ἔξωθεν]] ([[τεῖχος]]) ἐτηρεῖτο, ἐφυλάττετο, Θουκ. 1. 13· μέσ. μέλλ. τηρήσομαι ἐπὶ παθητ. σημασίας, ὁ αὐτ. 4. 30. 2) τ. [[ὅπως]]... ἔσται, φροντίζει νά..., Ἀριστ. Πολιτικ. 5. 9, 5· [[ὅπως]] μή.. παρανομῶσι [[αὐτόθι]] 5. 8, 2 τ. μή..., τ. μή τι γένηται, cavere ne..., Ἀριστοφάν. Εἰρ. 146, Θεσμ. 580, Πλάτ. Θεαίτ. 169C· τ. [[ὅπως]] μή τι γενήσεται Δημ. 318. 1· οὕτω καὶ ἐν τῷ μέσ. τύπῳ, τιμώμεσθ’, [[ὅπως]] μή... αἰσθήσεται Ἀριστοφ. Σφ. 372· τηροῦ μὴ λάβῃς ὑπώπια [[αὐτόθι]] 1386. ΙΙ. παρατηρῶ ἐκ τοῦ πλησίον, [[προσέχω]] συνεχῶς, ἐπιτηρῶ, τηρῶ αὐτοὺς οὐδὲ δοκῶν ὁρᾶν κλέπτοντας ὁ αὐτ. ἐν Ἱππ. 1145, πρβλ. Σφ. 364· τὰς ἁμαρτίας Θουκ. 4. 60· τ. τι μή... Ἀριστοφ. Εἰρ. 146, Πλάτ. Πολ. 442Α. 2) παρατηρῶ μετὰ προσοχῆς, παραφυλάττω, [[περιμένω]] τὴν κατάλληλον στιγμήν, καιροφυλακτῶ, μετὰ μετοχ., παραστείχοντα τηρήσας Σοφ. Ο. Τ. 808· [[ἔνδον]] [[ὄντα]] τηρήσαντες αὐτόν, παραφυλάξαντες [[ὥστε]] νὰ [[εἶναι]] αὐτὸς [[ἐντός]], Θουκ. 1. 134· τ. τὸν πορθμὸν κατιόντος ἀνέμου, δηλ. τηρεῖν ἄνεμον ἐρχόμενον κατὰ τὸν πορθμόν, ὁ αὐτ. 6. 2· τινὰ ἀνιόντα, παραφυλάττειν τινὰ ἀνερχόμενον, Δημ. 1252. 7· - μετὰ μόνης αἰτιατ., τηροῦσ’ ἐκείνην ἡμέραν ([[οὕτως]] ὁ Meineke ἀντὶ εὑροῦσ’) Σοφ. Ἠλ. 278 τ. ὅ τι καὶ δράσει Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 946· τηρήσας ἄνεμον Θουκ. 1. 65· τ. νύκτα χειμέριον ὁ αὐτ. 3. 22, πρβλ. 4. 27· νύκτα ἀσέληνον Δημ. 1380. 6· τ. τοὺς ἀστέρας Ἀριστ. περὶ Οὐρ. 2. 12, 3, κλπ.· τ. καιρὸν ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. 2. 5, 8, κλπ. ― Παθητ., ὁ καιρὸς ἐτηρήθη, παρεφύλαξαν τὸν καιρόν, Λυσί. 126. 35. 3) ἀπολ., ἀγρυπνῶ, φυλάττω, Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 9. 6, 4, περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 39, 4· ― μετ’ ἀπαρεμφ., φυλάττω, [[προσέχω]] [[ὥστε]] νά..., ἐτήρουν ἀνέμῳ καταφέρεσθαι Θουκ. 4. 26· τὴν ἀσφάλειαν τῆς ἐπιβουλῆς τηροῦντα φυλάξασθαι Ἀντιφῶν 117. 14. ΙΙΙ. φυλάττω, διατηρῶ τι ἐμπιστευθέν μοι, παρακαταθήκην Ἰσοκρ. 6D· ἀπόρρητα Λυσί. 189. 37· εἰρήνην Δημ. 255. 13. ― Ἴδε Χ. Χαριτωνίδου Ποικίλα Φιλολογικὰ ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. ΙΕ΄, σ. 222.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br /><i>f.</i> τηρήσω, <i>ao.</i> ἐτήρησα, <i>pf.</i> τετήρηκα;<br /><b>1</b> avoir la garde de, veiller sur, acc.;<br /><b>2</b> observer, épier, guetter : τ. νύκτα χειμέριον THC attendre l'occasion d'une nuit orageuse ; avec un inf. : ἐτήρουν ἀνέμῳ καταφέρεσθαι THC ils attendaient le moment favorable pour que le vent les portât ; τ. [[ὅπως]] veiller à ce que ; τ. [[μή]] veiller à ce que… ne ; avec un part. : [[ἔνδον]] [[ὄντα]] τ. τινα THC s'assurer que qqn est à l'intérieur;<br /><b>3</b> observer, pratiquer l'observance de ; conserver, garder : εἰρήνην DÉM garder la paix ; παρακαταθήκην ISOCR un engagement ; ἑορτήν PLUT observer <i>ou</i> célébrer une fête.<br />'''Étymologie:''' [[τηρός]].
}}
}}
{{Slater
{{Slater