3,277,055
edits
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1042.png Seite 1042]] zusammtengezogen, zusammenzuziehen, was sich zusammenziehen läßt, βαλάντια, Plat. Conv. 190 e. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1042.png Seite 1042]] zusammtengezogen, zusammenzuziehen, was sich zusammenziehen läßt, βαλάντια, Plat. Conv. 190 e. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />qui peut se resserrer, se fermer.<br />'''Étymologie:''' [[συσπάω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σύσπαστος''': -ον, ἢ συσπαστός, όν, (Λοβεκ. Παραλ. 490), ὁ συσπώμενος, ὁ κλειόμενος διὰ συσπάσεως, πεποιημένος [[οὕτως]] [[ὥστε]] νὰ συσπᾶται, νὰ σουφρώνεται, νὰ μαζώνεται, [[βαλλάντιον]] Πλάτ. Συμπ. 190Ε· ὡς τὰ συσπαστὰ βαλλάντια Ἀθήν. 783F· - τοιαῦτα βαλλάντια [[εἶναι]] καὶ νῦν ἐν χρήσει παρ’ ἡμῖν· κομψευόμεναι δὲ γυναῖκες ἐξαρτῶσι τοιαῦτα βαλλάντια ἐκ τῆς ζώνης, - σ. ἐγχειρίδιον, οὗ [[χρῆσις]] ἐγίνετο ἐπὶ τῆς σκηνῆς, καὶ τοῦ ὁποίου ἡ λεπὶς ὑπεχώρει καὶ εἰσεδύετο εἰς τὴν λαβήν, [[οἷον]] τὸ [[ξίφος]] οὗ [[χρῆσις]] ἐγίνετο ἐν τῇ παραστάσει τοῦ Αἴαντος (815 κἑξ.)· «συσπαστόν· τῶν τραγικῶν τι ἐγχειρίδιον ἐκαλεῖτο, ὡς Πολέμων (Ἀποσπ. 95) φησί, τὸ συντρέχον, ἐν Αἴαντος ὑποκρίσει» Ἡσύχ. | |lstext='''σύσπαστος''': -ον, ἢ συσπαστός, όν, (Λοβεκ. Παραλ. 490), ὁ συσπώμενος, ὁ κλειόμενος διὰ συσπάσεως, πεποιημένος [[οὕτως]] [[ὥστε]] νὰ συσπᾶται, νὰ σουφρώνεται, νὰ μαζώνεται, [[βαλλάντιον]] Πλάτ. Συμπ. 190Ε· ὡς τὰ συσπαστὰ βαλλάντια Ἀθήν. 783F· - τοιαῦτα βαλλάντια [[εἶναι]] καὶ νῦν ἐν χρήσει παρ’ ἡμῖν· κομψευόμεναι δὲ γυναῖκες ἐξαρτῶσι τοιαῦτα βαλλάντια ἐκ τῆς ζώνης, - σ. ἐγχειρίδιον, οὗ [[χρῆσις]] ἐγίνετο ἐπὶ τῆς σκηνῆς, καὶ τοῦ ὁποίου ἡ λεπὶς ὑπεχώρει καὶ εἰσεδύετο εἰς τὴν λαβήν, [[οἷον]] τὸ [[ξίφος]] οὗ [[χρῆσις]] ἐγίνετο ἐν τῇ παραστάσει τοῦ Αἴαντος (815 κἑξ.)· «συσπαστόν· τῶν τραγικῶν τι ἐγχειρίδιον ἐκαλεῖτο, ὡς Πολέμων (Ἀποσπ. 95) φησί, τὸ συντρέχον, ἐν Αἴαντος ὑποκρίσει» Ἡσύχ. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |