παίδευμα: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ατος (τό) :<br /><b>1</b> ce qu’on a élevé <i>ou</i> instruit, élève, disciple ; <i>poét.</i> les poissons, les nourrissons de la mer;<br /><b>2</b> ce qu’on a appris, connaissance, savoir.<br />'''Étymologie:''' [[παιδεύω]].
|btext=ατος (τό) :<br /><b>1</b> ce qu’on a élevé <i>ou</i> instruit, élève, disciple ; <i>poét.</i> les poissons, les nourrissons de la mer;<br /><b>2</b> ce qu’on a appris, connaissance, savoir.<br />'''Étymologie:''' [[παιδεύω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''παίδευμα''': τό, τὸ ἐκπαιδευθὲν ὑπό τινος, [[μαθητής]], [[τρόφιμος]], θρέμμα, Εὐρ. Ἠλ. 887, Πλάτ. Τίμ. 24D, κτλ.˙ μῆλα, φυλλάδος Παρνασίας παιδεύματα, πρόβατα τῆς φυλλάδος θρέμματα τοῦ Παρνασσοῦ, Εὐρ. Ἀνδρ. 1100˙ πόντου παιδεύματα, ἐπὶ ἰχθύων, Ποιητὴς παρὰ Πλουτ. 2. 98Ε˙ - συχν. [[ὡσαύτως]] ἐν τῷ πληθ., ἐπὶ ἑνὸς μόνου προσώπου ἢ πράγματος, Ἱππόλυτος, ἁγνοῦ Πιτθέως παιδεύματα Εὐρ. Ἱππ. 11, Πλάτ. Τίμ. 24D· πρβλ. Πόρσ. εἰς Εὐρ. Ὀρ. 1051. ΙΙ. [[πρᾶγμα]] διδασκόμενον, [[ὑπόθεσις]] διδασκαλίας, [[μάθημα]], μουσικῆς παιδεύματα, Σοφοκλ. (;) Ἀποσπ. 779, πρβλ. Πλάτ. Νόμ. 747C, Ξεν. Οἰκ. 7, 6, Ἀριστ. Πολιτ. 8. 3, 11.
|elnltext=παίδευμα -ατος, τό [παιδεύω] leerling:. παιδεύματα θεῶν leerlingen van de goden Plat. Tim. 24d; μῆλα … Παρνασίας παιδεύματ’ schapen, grootgebracht op de Parnassus Eur. Andr. 1101. leerstof.
}}
{{elru
|elrutext='''παίδευμα:''' ατος τό<br /><b class="num">1)</b> [[предмет обучения или преподавания]], [[дисциплина]], [[наука]] (παιδεύματα καλὰ καὶ προσήκοντα Plat.);<br /><b class="num">2)</b> тж. pl. [[воспитанник]], [[питомец]] (γεννήματα καὶ παιδεύματα [[θεῶν]] Plat.): Πιτθέως παιδεύματα Eur. = [[Ἱππόλυτος]]; πόντου παιδεύματα Plut. = ἰχθύες; μῆλα, φυλλάδος Παρνασίας παιδεύματα Eur. овцы, вскормленные лесистым Парнассом.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''παίδευμα:''' -ατος, τό ([[παιδεύω]])·<br /><b class="num">I.</b> αυτό το οποίο ανατρέφεται, που διδάσκεται, [[νήπιο]], σχολιαρούδι, [[μαθητής]], σε Ευρ. κ.λπ.· <i>μῆλα</i>, <i>φυλλάδος Παρνασίας παιδεύματ'</i>, στον ίδ.· στον πληθ. λέγεται για ένα μόνο [[πράγμα]], στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> οτιδήποτε μπορεί να διδαχθεί, [[αντικείμενο]] διδασκαλίας, [[μάθημα]], σε Ξεν.
|lsmtext='''παίδευμα:''' -ατος, τό ([[παιδεύω]])·<br /><b class="num">I.</b> αυτό το οποίο ανατρέφεται, που διδάσκεται, [[νήπιο]], σχολιαρούδι, [[μαθητής]], σε Ευρ. κ.λπ.· <i>μῆλα</i>, <i>φυλλάδος Παρνασίας παιδεύματ'</i>, στον ίδ.· στον πληθ. λέγεται για ένα μόνο [[πράγμα]], στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> οτιδήποτε μπορεί να διδαχθεί, [[αντικείμενο]] διδασκαλίας, [[μάθημα]], σε Ξεν.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''παίδευμα:''' ατος τό<br /><b class="num">1)</b> [[предмет обучения или преподавания]], [[дисциплина]], [[наука]] (παιδεύματα καλὰ καὶ προσήκοντα Plat.);<br /><b class="num">2)</b> тж. pl. [[воспитанник]], [[питомец]] (γεννήματα καὶ παιδεύματα [[θεῶν]] Plat.): Πιτθέως παιδεύματα Eur. = [[Ἱππόλυτος]]; πόντου παιδεύματα Plut. = ἰχθύες; μῆλα, φυλλάδος Παρνασίας παιδεύματα Eur. овцы, вскормленные лесистым Парнассом.
|lstext='''παίδευμα''': τό, τὸ ἐκπαιδευθὲν ὑπό τινος, [[μαθητής]], [[τρόφιμος]], θρέμμα, Εὐρ. Ἠλ. 887, Πλάτ. Τίμ. 24D, κτλ.˙ μῆλα, φυλλάδος Παρνασίας παιδεύματα, πρόβατα τῆς φυλλάδος θρέμματα τοῦ Παρνασσοῦ, Εὐρ. Ἀνδρ. 1100˙ πόντου παιδεύματα, ἐπὶ ἰχθύων, Ποιητὴς παρὰ Πλουτ. 2. 98Ε˙ - συχν. [[ὡσαύτως]] ἐν τῷ πληθ., ἐπὶ ἑνὸς μόνου προσώπου ἢ πράγματος, Ἱππόλυτος, ἁγνοῦ Πιτθέως παιδεύματα Εὐρ. Ἱππ. 11, Πλάτ. Τίμ. 24D· πρβλ. Πόρσ. εἰς Εὐρ. Ὀρ. 1051. ΙΙ. [[πρᾶγμα]] διδασκόμενον, [[ὑπόθεσις]] διδασκαλίας, [[μάθημα]], μουσικῆς παιδεύματα, Σοφοκλ. (;) Ἀποσπ. 779, πρβλ. Πλάτ. Νόμ. 747C, Ξεν. Οἰκ. 7, 6, Ἀριστ. Πολιτ. 8. 3, 11.
}}
{{elnl
|elnltext=παίδευμα -ατος, τό [παιδεύω] leerling:. παιδεύματα θεῶν leerlingen van de goden Plat. Tim. 24d; μῆλα … Παρνασίας παιδεύματ’ schapen, grootgebracht op de Parnassus Eur. Andr. 1101. leerstof.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj