περιήκω: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
Line 16: Line 16:
|btext=<b>1</b> échoir, arriver : τὰ περιήκοντα HDT les choses qui sont arrivées ; échoir par un tour de succession : [[εἰς]] αὐτόν XÉN (le pouvoir) lui est échu;<br /><b>2</b> aboutir à : [[εἰς]] [[τοῦτο]] PLUT à ce concours de circonstances.<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[ἥκω]].
|btext=<b>1</b> échoir, arriver : τὰ περιήκοντα HDT les choses qui sont arrivées ; échoir par un tour de succession : [[εἰς]] αὐτόν XÉN (le pouvoir) lui est échu;<br /><b>2</b> aboutir à : [[εἰς]] [[τοῦτο]] PLUT à ce concours de circonstances.<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[ἥκω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''περιήκω''': ἔχω περιέλθει εἴς τινα, [[ἐπεὶ]] δὲ εἰς τὸν τοῦ ἐμοῦ παιδὸς φονέα ἡ ἀρχὴ περιήκει Ξεν. Κύρ. 4. 6, 6, πρβλ. Ἀρρ. Ἀνάβ. 4. 13· μεταφορ., κεφαλαὶ εἰς [[κρανία]] π., μεταβάλλονται εἰς …, Φιλόστρ. 842· - μετ’ αἰτ., ἔχω ἐπέλθει ἐπὶ τέλους εἴς τινα, τὰ σὲ περιήκοντα, ὅσα σοι ἐπῆλθον, Ἡρόδ. 7.16, 1· τοῦτον τὸν ἄνδρα φαμὲν περιήκειν τὰ πρῶτα, λέγομεν ὅτι ἡ μεγίστη [[εὐτυχία]] ἔχει πέσει εἰς τὸν ἄνθρωπον τοῦτον, αὐτ. 6.86, 1· ἔμελλε ... [[δίκη]] περιήξειν καὶ Φιλοποίμενα Παυσ. 8. 51, 5· (παρ’ Ἡροδ.· ὁ Schweigh. λαμβάνει τὸ [[περιήκω]] ὡς = περιβάλλομαι (ἴδε [[περιβάλλω]] IV), ἀλλὰ πρβλ. [[περιέρχομαι]] ΙΙ, [[περίειμι]] ([[εἶμι]]) ΙΙ, καὶ τὸ ἐκ τοῦ Παυσ. μνημονευθὲν [[χωρίον]]). 2) ἐπὶ χρόνου, ἔχω ἐλθεῖ, φθάσει, Πλούτ. Ἀγησ. 35, Ἀριστείδ. 1. 301.
|elnltext=περι-ήκω terechtkomen bij; met acc..; τοῦτον τὸν ἄνδρα... π. τὰ πρῶτα dat de beste dingen die man ten deel vielen Hdt. 6.86α.2; met prep. bep..; ἐπεὶ εἰς τὸν... φονέα ἡ ἀρχὴ περιήκει nu de heerschappij bij de moordenaar terecht is gekomen Xen. Cyr. 4.6.6; van tijd. εἰς τοῦτο περιήκει καιρός het is zover gekomen Plut. Ages. 35.4.
}}
{{elru
|elrutext='''περιήκω:'''<br /><b class="num">1)</b> [[доставаться]]: τὰ σὲ περιήκοντα Her. то, что выпало тебе на долю; ἡ ἀρχὴ περιήκει εἴς τινα Xen. власть переходит к кому-л.;<br /><b class="num">2)</b> [[достигать]], [[доходить]]: π. τὰ [[πρῶτα]] Her. достигать высших ступеней (благополучия).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''περιήκω:''' μέλ. <i>-ξω</i>,<br /><b class="num">1.</b> έχω περικυκλώσει κάποιον, <i>τὰ σὲ περιήκοντα</i>, αυτά που περιήλθαν στον κλήρο [[σου]], σε Ηρόδ.· τοῦτον τὸνἄνδρα φαμὲν περιήκειν τὰ [[πρῶτα]], λέμε ότι η καλύτερη [[τύχη]] έχει πέσει σ' αυτόν τον άνθρωπο, στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> λέγεται για χρόνο, έχω έλθει, σε Πλούτ.
|lsmtext='''περιήκω:''' μέλ. <i>-ξω</i>,<br /><b class="num">1.</b> έχω περικυκλώσει κάποιον, <i>τὰ σὲ περιήκοντα</i>, αυτά που περιήλθαν στον κλήρο [[σου]], σε Ηρόδ.· τοῦτον τὸνἄνδρα φαμὲν περιήκειν τὰ [[πρῶτα]], λέμε ότι η καλύτερη [[τύχη]] έχει πέσει σ' αυτόν τον άνθρωπο, στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> λέγεται για χρόνο, έχω έλθει, σε Πλούτ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''περιήκω:'''<br /><b class="num">1)</b> [[доставаться]]: τὰ σὲ περιήκοντα Her. то, что выпало тебе на долю; ἡ ἀρχὴ περιήκει εἴς τινα Xen. власть переходит к кому-л.;<br /><b class="num">2)</b> [[достигать]], [[доходить]]: π. τὰ [[πρῶτα]] Her. достигать высших ступеней (благополучия).
|lstext='''περιήκω''': ἔχω περιέλθει εἴς τινα, [[ἐπεὶ]] δὲ εἰς τὸν τοῦ ἐμοῦ παιδὸς φονέα ἡ ἀρχὴ περιήκει Ξεν. Κύρ. 4. 6, 6, πρβλ. Ἀρρ. Ἀνάβ. 4. 13· μεταφορ., κεφαλαὶ εἰς [[κρανία]] π., μεταβάλλονται εἰς …, Φιλόστρ. 842· - μετ’ αἰτ., ἔχω ἐπέλθει ἐπὶ τέλους εἴς τινα, τὰ σὲ περιήκοντα, ὅσα σοι ἐπῆλθον, Ἡρόδ. 7.16, 1· τοῦτον τὸν ἄνδρα φαμὲν περιήκειν τὰ πρῶτα, λέγομεν ὅτι ἡ μεγίστη [[εὐτυχία]] ἔχει πέσει εἰς τὸν ἄνθρωπον τοῦτον, ὁ αὐτ. 6.86, 1· ἔμελλε ... [[δίκη]] περιήξειν καὶ Φιλοποίμενα Παυσ. 8. 51, 5· (παρ’ Ἡροδ.· ὁ Schweigh. λαμβάνει τὸ [[περιήκω]] ὡς = περιβάλλομαι (ἴδε [[περιβάλλω]] IV), ἀλλὰ πρβλ. [[περιέρχομαι]] ΙΙ, [[περίειμι]] ([[εἶμι]]) ΙΙ, καὶ τὸ ἐκ τοῦ Παυσ. μνημονευθὲν [[χωρίον]]). 2) ἐπὶ χρόνου, ἔχω ἐλθεῖ, φθάσει, Πλούτ. Ἀγησ. 35, Ἀριστείδ. 1. 301.
}}
{{elnl
|elnltext=περι-ήκω terechtkomen bij; met acc..; τοῦτον τὸν ἄνδρα... π. τὰ πρῶτα dat de beste dingen die man ten deel vielen Hdt. 6.86α.2; met prep. bep..; ἐπεὶ εἰς τὸν... φονέα ἡ ἀρχὴ περιήκει nu de heerschappij bij de moordenaar terecht is gekomen Xen. Cyr. 4.6.6; van tijd. εἰς τοῦτο περιήκει ὁ καιρός het is zover gekomen Plut. Ages. 35.4.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=fut. ξω<br /><b class="num">1.</b> to [[have]] [[come]] [[round]] to one, τὰ σὲ περιήκοντα that [[which]] has [[fallen]] to thy lot, Hdt.; τοῦτον τὸν ἄνδρα φαμὲν περιήκειν τὰ [[πρῶτα]] we say that the greatest [[luck]] befel [[this]] man, Hdt.<br /><b class="num">2.</b> of [[time]], to [[have]] [[come]] [[round]], Plut.
|mdlsjtxt=fut. ξω<br /><b class="num">1.</b> to [[have]] [[come]] [[round]] to one, τὰ σὲ περιήκοντα that [[which]] has [[fallen]] to thy lot, Hdt.; τοῦτον τὸν ἄνδρα φαμὲν περιήκειν τὰ [[πρῶτα]] we say that the greatest [[luck]] befel [[this]] man, Hdt.<br /><b class="num">2.</b> of [[time]], to [[have]] [[come]] [[round]], Plut.
}}
}}