περιταφρεύω: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=entourer d'un fossé, acc..<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[ταφρεύω]].
|btext=entourer d'un fossé, acc..<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[ταφρεύω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''περιταφρεύω''': [[περιβάλλω]] διὰ τάφρου, τὴν πόλιν, τὸ [[στρατόπεδον]] Πολύβ. 1. 48, 10, Πλούτ. 2, 191C· στρατοπεδεύεσθαι ἐν περιτεταφρευμένῳ Ξεν. Κύρ. 3. 3, 28· περιταφρευόμενος ἠνέσχετο Πλουτ. Μάρ. 33.
|elnltext=περι-ταφρεύω met een gracht omgeven:. ἐν περιταφρευομένῳ... καταφανεῖ op een open plek die door een gracht omgeven was Xen. Cyr. 3.3.28.
}}
{{elru
|elrutext='''περιταφρεύω:''' [[обводить рвом]], [[окапывать]] (τὴν πόλιν Polyb.; τὸ [[στρατόπεδον]] Plut.; στρατοπεδεύεσθαι ἐν περιτεταφρευμένῳ, sc. τόπῳ Xen.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''περιταφρεύω:''' [[περιβάλλω]] με [[χαντάκι]], σε Πολύβ. — Παθ., <i>ἐν περιτεταφρευμένῳ</i>, σε περιχαρακωμένη, οχυρωμένη γη, σε Ξεν.
|lsmtext='''περιταφρεύω:''' [[περιβάλλω]] με [[χαντάκι]], σε Πολύβ. — Παθ., <i>ἐν περιτεταφρευμένῳ</i>, σε περιχαρακωμένη, οχυρωμένη γη, σε Ξεν.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''περιταφρεύω:''' [[обводить рвом]], [[окапывать]] (τὴν πόλιν Polyb.; τὸ [[στρατόπεδον]] Plut.; στρατοπεδεύεσθαι ἐν περιτεταφρευμένῳ, sc. τόπῳ Xen.).
|lstext='''περιταφρεύω''': [[περιβάλλω]] διὰ τάφρου, τὴν πόλιν, τὸ [[στρατόπεδον]] Πολύβ. 1. 48, 10, Πλούτ. 2, 191C· στρατοπεδεύεσθαι ἐν περιτεταφρευμένῳ Ξεν. Κύρ. 3. 3, 28· περιταφρευόμενος ἠνέσχετο Πλουτ. Μάρ. 33.
}}
{{elnl
|elnltext=περι-ταφρεύω met een gracht omgeven:. ἐν περιταφρευομένῳ... καταφανεῖ op een open plek die door een gracht omgeven was Xen. Cyr. 3.3.28.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=<br />to [[surround]] with a [[trench]], Polyb.: Pass., ἐν περιτεταφρευμένῳ on entrenched [[ground]], Xen.
|mdlsjtxt=<br />to [[surround]] with a [[trench]], Polyb.: Pass., ἐν περιτεταφρευμένῳ on entrenched [[ground]], Xen.
}}
}}