συκοφαντικός: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ή, όν :<br />de sycophante, en sycophante.<br />'''Étymologie:''' [[συκοφάντης]].
|btext=ή, όν :<br />de sycophante, en sycophante.<br />'''Étymologie:''' [[συκοφάντης]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''συκοφαντικός''': -ή, -όν, ἀνήκων εἰς διαβολήν, ἢ ψευδῆ κατηγορίαν, Δημ. 967. 11, Φιλόστρ. 307. Ἐπίρρ. -κῶς, Ἰσοκρ. π. Ἀντιδ. § 330, Λουκ. πῶς δεῖ Ἱστ. Συγγρ. 10.
|elnltext=συκοφαντικός -ή -όν [συκοφάντης] als een sycofant; overdr. als een criticaster. Luc. 59.10.
}}
{{elru
|elrutext='''σῡκοφαντικός:''' <b class="num">II</b> клеветник Luc.<br />построенный на (ложном) доносе, клеветнический ([[δίκη]] Dem.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''σῡκοφαντικός:''' -ή, -όν, αυτός που προσάπτει ψευδείς κατηγορίες σε κάποιον, που διαβάλλει κάποιον, δυσφημιστικός, σε Δημ.· επίρρ., -[[κῶς]], σε Ισοκρ.
|lsmtext='''σῡκοφαντικός:''' -ή, -όν, αυτός που προσάπτει ψευδείς κατηγορίες σε κάποιον, που διαβάλλει κάποιον, δυσφημιστικός, σε Δημ.· επίρρ., -[[κῶς]], σε Ισοκρ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''σῡκοφαντικός:''' <b class="num">II</b> клеветник Luc.<br />построенный на (ложном) доносе, клеветнический ([[δίκη]] Dem.).
|lstext='''συκοφαντικός''': -ή, -όν, ἀνήκων εἰς διαβολήν, ἢ ψευδῆ κατηγορίαν, Δημ. 967. 11, Φιλόστρ. 307. Ἐπίρρ. -κῶς, Ἰσοκρ. π. Ἀντιδ. § 330, Λουκ. πῶς δεῖ Ἱστ. Συγγρ. 10.
}}
{{elnl
|elnltext=συκοφαντικός -ή -όν [συκοφάντης] als een sycofant; overdr. als een criticaster. Luc. 59.10.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj