συνέδριον: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ου (τό) :<br /><b>I.</b> assemblée siégeant, <i>particul.</i> :<br /><b>1</b> conseil des amphictions;<br /><b>2</b> collège <i>ou</i> compagnie judiciaire <i>en parl. de l'Aréopage</i>;<br /><b>3</b> le Sénat <i>à Rome, à Carthage</i>;<br /><b>4</b> conseil de guerre;<br /><b>II.</b> lieu des séances d'une assemblée.<br />'''Étymologie:''' [[σύνεδρος]].
|btext=ου (τό) :<br /><b>I.</b> assemblée siégeant, <i>particul.</i> :<br /><b>1</b> conseil des amphictions;<br /><b>2</b> collège <i>ou</i> compagnie judiciaire <i>en parl. de l'Aréopage</i>;<br /><b>3</b> le Sénat <i>à Rome, à Carthage</i>;<br /><b>4</b> conseil de guerre;<br /><b>II.</b> lieu des séances d'une assemblée.<br />'''Étymologie:''' [[σύνεδρος]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''συνέδριον''': τό, ὡς καὶ νῦν, [[σῶμα]] ἀνδρῶν [[ὁμοῦ]] συνηγμένων ἐν συμβουλίῳ, [[συμβούλιον]], σ. κατασκευάζειν, συνάγειν Πλάτ. Πρωτ. 317D, κτλ.· ἐπὶ πολεμικοῦ συμβουλίου, Ξεν. Ἑλλ. 1. 1, 31, κτλ.· ἐπὶ τοῦ Ἀρείου πάγου, Αἰσχίν. 13. 11, Δείναρχ. 97. 9, κτλ., Συλλ. Ἐπιγρ. 402· ἐπὶ συμβουλίου ἢ συνεδρίου ἐμπορικῶν ὑποθέσεων, Δημ. 1324. 11· ἐπὶ τῆς Ρωμαϊκῆς Συγκλήτου, Πολύβ. 1, 11, 1, κτλ.· ἐπὶ τῆς ἐν Καρχηδόνι γερουσίας, ὁ αὐτ. 1. 31, 8 ἐπὶ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Sanhedrim, Eὐαγγ. κ. Ματθ. ε΄, 22, κτλ.· ― [[μάλιστα]] δὲ ἐπὶ συνελεύσεως ἀντιπροσώπων συμμάχων ἢ ὁμοσπόνδων πολιτειῶν, Ἡρόδ. 8. 56, 75, Ξεν. Ἑλλ. 7. 1, 39, Δημ. 232. 16, Αἰσχίν. 37. 12, 61 ἐν τέλει κτλ. 2) [[τόμος]] [[ἔνθα]] τὸ [[συμβούλιον]] συνέρχεται, τὸ [[βουλευτήριον]], Λατ. curia, Ἡρόδ. 8. 79, Ξεν. Ἑλλ. 2. 4, 23· ἐν τῷ σ., ἐν τῷ συμβουλίῳ, Λυσί. 114. 39 κἑξ.
|elnltext=συνέδριον -ου, τό [σύνεδρος] zitting, bijeenkomst, vergadering. uitbr. plaats van zitting, vergaderzaal, raadskamer. concr. commissie, raad; spec. Sanhedrin (hoogste Joodse rechtbank ten tijde van Christus); Raad (van een synagoge).
}}
{{elru
|elrutext='''συνέδριον:''' τό<br /><b class="num">1)</b> [[совещательный орган]], [[совет]] Xen., Aeschin., Dem., Diod.;<br /><b class="num">2)</b> (в Риме и Карфагене), [[совет старейшин]], [[сенат]], Polyb.; (у древних евреев) синедрион NT;<br /><b class="num">3)</b> [[совещание]], [[заседание]] . κατασκευάζειν Plat. и συνάγειν NT);<br /><b class="num">4)</b> [[место или зал заседаний]] Her., Xen., Lys.
}}
}}
{{StrongGR
{{StrongGR
Line 28: Line 31:
|lsmtext='''συνέδριον:''' τό,<br /><b class="num">1.</b> [[σώμα]] [[ανδρών]] που έχουν συνέλθει σε [[συνεδρίαση]] ή [[σύσκεψη]], [[συνέλευση]], [[συμβούλιο]], σε Ξεν. κ.λπ.· λέγεται για τη Ρωμαϊκή Σύγκλητο, σε Πολύβ.· το Ιουδαϊκό Sanhedrim, σε Καινή Διαθήκη· [[ιδίως]] λέγεται για [[συμβούλιο]] αντιπροσώπων από συμμαχικές ή ομόσπονδες πολιτείες, σε Ηρόδ., Δημ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> [[βουλευτήριο]], [[χώρος]] όπου διεξάγονταν συνδιασκέψεις, σε Ηρόδ., Ξεν.
|lsmtext='''συνέδριον:''' τό,<br /><b class="num">1.</b> [[σώμα]] [[ανδρών]] που έχουν συνέλθει σε [[συνεδρίαση]] ή [[σύσκεψη]], [[συνέλευση]], [[συμβούλιο]], σε Ξεν. κ.λπ.· λέγεται για τη Ρωμαϊκή Σύγκλητο, σε Πολύβ.· το Ιουδαϊκό Sanhedrim, σε Καινή Διαθήκη· [[ιδίως]] λέγεται για [[συμβούλιο]] αντιπροσώπων από συμμαχικές ή ομόσπονδες πολιτείες, σε Ηρόδ., Δημ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> [[βουλευτήριο]], [[χώρος]] όπου διεξάγονταν συνδιασκέψεις, σε Ηρόδ., Ξεν.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''συνέδριον:''' τό<br /><b class="num">1)</b> [[совещательный орган]], [[совет]] Xen., Aeschin., Dem., Diod.;<br /><b class="num">2)</b> (в Риме и Карфагене), [[совет старейшин]], [[сенат]], Polyb.; (у древних евреев) синедрион NT;<br /><b class="num">3)</b> [[совещание]], [[заседание]] (σ. κατασκευάζειν Plat. и συνάγειν NT);<br /><b class="num">4)</b> [[место или зал заседаний]] Her., Xen., Lys.
|lstext='''συνέδριον''': τό, ὡς καὶ νῦν, [[σῶμα]] ἀνδρῶν [[ὁμοῦ]] συνηγμένων ἐν συμβουλίῳ, [[συμβούλιον]], σ. κατασκευάζειν, συνάγειν Πλάτ. Πρωτ. 317D, κτλ.· ἐπὶ πολεμικοῦ συμβουλίου, Ξεν. Ἑλλ. 1. 1, 31, κτλ.· ἐπὶ τοῦ Ἀρείου πάγου, Αἰσχίν. 13. 11, Δείναρχ. 97. 9, κτλ., Συλλ. Ἐπιγρ. 402· ἐπὶ συμβουλίου ἢ συνεδρίου ἐμπορικῶν ὑποθέσεων, Δημ. 1324. 11· ἐπὶ τῆς Ρωμαϊκῆς Συγκλήτου, Πολύβ. 1, 11, 1, κτλ.· ἐπὶ τῆς ἐν Καρχηδόνι γερουσίας, ὁ αὐτ. 1. 31, 8 ἐπὶ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Sanhedrim, Eὐαγγ. κ. Ματθ. ε΄, 22, κτλ.· ― [[μάλιστα]] δὲ ἐπὶ συνελεύσεως ἀντιπροσώπων συμμάχων ἢ ὁμοσπόνδων πολιτειῶν, Ἡρόδ. 8. 56, 75, Ξεν. Ἑλλ. 7. 1, 39, Δημ. 232. 16, Αἰσχίν. 37. 12, 61 ἐν τέλει κτλ. 2) ὁ [[τόμος]] [[ἔνθα]] τὸ [[συμβούλιον]] συνέρχεται, τὸ [[βουλευτήριον]], Λατ. curia, Ἡρόδ. 8. 79, Ξεν. Ἑλλ. 2. 4, 23· ἐν τῷ σ., ἐν τῷ συμβουλίῳ, Λυσί. 114. 39 κἑξ.
}}
{{elnl
|elnltext=συνέδριον -ου, τό [σύνεδρος] zitting, bijeenkomst, vergadering. uitbr. plaats van zitting, vergaderzaal, raadskamer. concr. commissie, raad; spec. Sanhedrin (hoogste Joodse rechtbank ten tijde van Christus); Raad (van een synagoge).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj