πεντηκοστός: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />cinquantième ; ἡ πεντεκοστή ([[ἡμέρα]]) la Pentecôte <i>(cinquantième jour après Pâques)</i>.<br />'''Étymologie:''' [[πεντήκοντα]].
|btext=ή, όν :<br />cinquantième ; ἡ πεντεκοστή ([[ἡμέρα]]) la Pentecôte <i>(cinquantième jour après Pâques)</i>.<br />'''Étymologie:''' [[πεντήκοντα]].
}}
{{elnl
|elnltext=πεντηκοστός -ή -όν [πεντήκοντα] vijftigste; subst. ἡ πεντηκοστή belasting van een vijftigste (twee procent); subst. ἡ Πεντηκοστή Pinksteren (vijftigste dag na Pasen).
}}
{{elru
|elrutext='''πεντηκοστός:''' [[пятидесятый]] Plat.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πεντηκοστός:''' -ή, -όν ([[πεντήκοντα]])·<br /><b class="num">I.</b> [[πεντηκοστός]], σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> ως ουσ. ἡ [[πεντηκοστή]],<br /><b class="num">1.</b> (ενν. [[μερίς]]), στην Αθήνα [[φόρος]] του ενός πεντηκοστού ή του [[δύο]] τοις [[εκατό]] σε όλα τα εξαγόμενα και εισαγόμενα προϊόντα, σε Ρήτ.· <i>εὕρηκε καινὴν ἱππικῆς τινα πεντηκοστήν</i>, βρήκε νέο είδος φόρου [[δύο]] επι τοις [[εκατό]], στη [[θέση]] της ιππικής υπηρεσίας, δηλ. πλήρωσε αυτό στη [[θέση]] εκείνης, σε Δημ.<br /><b class="num">2.</b> (ενν. [[ἡμέρα]]), η [[πεντηκοστή]] [[μέρα]] [[μετά]] το [[Πάσχα]], Πεντηκοστή, σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''πεντηκοστός:''' -ή, -όν ([[πεντήκοντα]])·<br /><b class="num">I.</b> [[πεντηκοστός]], σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> ως ουσ. ἡ [[πεντηκοστή]],<br /><b class="num">1.</b> (ενν. [[μερίς]]), στην Αθήνα [[φόρος]] του ενός πεντηκοστού ή του [[δύο]] τοις [[εκατό]] σε όλα τα εξαγόμενα και εισαγόμενα προϊόντα, σε Ρήτ.· <i>εὕρηκε καινὴν ἱππικῆς τινα πεντηκοστήν</i>, βρήκε νέο είδος φόρου [[δύο]] επι τοις [[εκατό]], στη [[θέση]] της ιππικής υπηρεσίας, δηλ. πλήρωσε αυτό στη [[θέση]] εκείνης, σε Δημ.<br /><b class="num">2.</b> (ενν. [[ἡμέρα]]), η [[πεντηκοστή]] [[μέρα]] [[μετά]] το [[Πάσχα]], Πεντηκοστή, σε Καινή Διαθήκη
}}
{{elnl
|elnltext=πεντηκοστός -ή -όν [πεντήκοντα] vijftigste; subst. ἡ πεντηκοστή belasting van een vijftigste (twee procent); subst. ἡ Πεντηκοστή Pinksteren (vijftigste dag na Pasen).
}}
{{elru
|elrutext='''πεντηκοστός:''' [[пятидесятый]] Plat.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[πεντηκοστός]], ή, όν [[πεντήκοντα]]<br /><b class="num">I.</b> [[fiftieth]], Plat.<br /><b class="num">II.</b> as [[substantive]], ἡ [[πεντηκοστή]],<br /><b class="num">1.</b> (sc. μερίσ), at [[Athens]] the [[duty]] of one-[[fiftieth]], or two per cent., on all exports and [[imports]], Oratt.; εὕρηκε καινὴν ἱππικῆς τινὰ πεντηκοστήν he invented a new two per cent. [[duty]], in [[lieu]] of his [[cavalry]] [[service]], i. e. paid [[this]] [[instead]] of it, Dem.<br /><b class="num">2.</b> (sc. ἡμέρἀ, the [[fiftieth]] day ([[after]] the Passover), Pentecost, NTest.
|mdlsjtxt=[[πεντηκοστός]], ή, όν [[πεντήκοντα]]<br /><b class="num">I.</b> [[fiftieth]], Plat.<br /><b class="num">II.</b> as [[substantive]], ἡ [[πεντηκοστή]],<br /><b class="num">1.</b> (sc. μερίσ), at [[Athens]] the [[duty]] of one-[[fiftieth]], or two per cent., on all exports and [[imports]], Oratt.; εὕρηκε καινὴν ἱππικῆς τινὰ πεντηκοστήν he invented a new two per cent. [[duty]], in [[lieu]] of his [[cavalry]] [[service]], i. e. paid [[this]] [[instead]] of it, Dem.<br /><b class="num">2.</b> (sc. ἡμέρἀ, the [[fiftieth]] day ([[after]] the Passover), Pentecost, NTest.
}}
}}