στασιωτικός: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />séditieux ; τὸ στασιωτικόν THC caractère d'une sédition.<br />'''Étymologie:''' [[στασιώτης]].
|btext=ή, όν :<br />séditieux ; τὸ στασιωτικόν THC caractère d'une sédition.<br />'''Étymologie:''' [[στασιώτης]].
}}
{{elnl
|elnltext=στασιωτικός -ή -όν [στασιώτης] conflict of partijstrijd aanwakkerend, partijzuchtig, opruiend:. σ. λόγοι opruiende redevoeringen Thuc. 8.92.4; κατὰ τὸ στασιωτικόν uit partijzucht Thuc. 4.130.3. politiek onrustig, roerig:. στασιωτικοὶ καιροί politiek onrustige tijden Thuc. 5.57.11. geneigd tot twist: adv.. στασιωτικῶς ἔχειν onenigheid hebben Plat. Phaedr. 263a.
}}
{{elru
|elrutext='''στᾰσιωτικός:''' [[мятежный]], [[бунтарский]] (λόγοι Thuc.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''στᾰσιωτικός:''' -ή, -όν, αυτός που παρουσιάζει την [[ροπή]] να δημιουργεί φατρίες ή να υποκινεί εξεγέρσεις, [[επαναστατικός]], [[στασιαστικός]], σε Θουκ.
|lsmtext='''στᾰσιωτικός:''' -ή, -όν, αυτός που παρουσιάζει την [[ροπή]] να δημιουργεί φατρίες ή να υποκινεί εξεγέρσεις, [[επαναστατικός]], [[στασιαστικός]], σε Θουκ.
}}
{{elnl
|elnltext=στασιωτικός -ή -όν [στασιώτης] conflict of partijstrijd aanwakkerend, partijzuchtig, opruiend:. σ. λόγοι opruiende redevoeringen Thuc. 8.92.4; κατὰ τὸ στασιωτικόν uit partijzucht Thuc. 4.130.3. politiek onrustig, roerig:. στασιωτικοὶ καιροί politiek onrustige tijden Thuc. 5.57.11. geneigd tot twist: adv.. στασιωτικῶς ἔχειν onenigheid hebben Plat. Phaedr. 263a.
}}
{{elru
|elrutext='''στᾰσιωτικός:''' [[мятежный]], [[бунтарский]] (λόγοι Thuc.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj