ἄλπνιστος: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=η, ον :<br />très doux.<br />'''Étymologie:''' Sp. d'un adj. inusité ; cf. [[ἔπαλπνος]], [[ἔλπω]].
|btext=η, ον :<br />très doux.<br />'''Étymologie:''' Sp. d'un adj. inusité ; cf. [[ἔπαλπνος]], [[ἔλπω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἄλπνιστος:''' [[нежнейший]] (ζωᾶς [[ἄωτος]] Pind.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 27: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἄλπνιστος]], -η, -ον (Α) (υπερθ. του επιθ. <i>ἄλπνος</i> που απαντά μόνο ως σύνθετο, [[πρβλ]]. <i>ἔπαλ</i>-<i>πνος</i>)<br />γλυκύτατος, [[φίλτατος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[ἄλπνιστος]] (σύμφωνα με [[άλλη]] [[άποψη]] <i>ἄλπιστος</i>, [[χωρίς]] το [[πρόσφυμα]] -<i>ν</i>-) συνδέεται ετυμολογικά με τη [[ρίζα]] <i>αλπ</i>- <span style="color: red;"><</span> <i>Fαλπ</i>, συνεσταλμένη [[βαθμίδα]] της ρίζας <i>Fελπ</i>- ([[πρβλ]]. <i>ἔλπομαι</i>, [[ἐλπίς]])].
|mltxt=[[ἄλπνιστος]], -η, -ον (Α) (υπερθ. του επιθ. <i>ἄλπνος</i> που απαντά μόνο ως σύνθετο, [[πρβλ]]. <i>ἔπαλ</i>-<i>πνος</i>)<br />γλυκύτατος, [[φίλτατος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[ἄλπνιστος]] (σύμφωνα με [[άλλη]] [[άποψη]] <i>ἄλπιστος</i>, [[χωρίς]] το [[πρόσφυμα]] -<i>ν</i>-) συνδέεται ετυμολογικά με τη [[ρίζα]] <i>αλπ</i>- <span style="color: red;"><</span> <i>Fαλπ</i>, συνεσταλμένη [[βαθμίδα]] της ρίζας <i>Fελπ</i>- ([[πρβλ]]. <i>ἔλπομαι</i>, [[ἐλπίς]])].
}}
{{elru
|elrutext='''ἄλπνιστος:''' [[нежнейший]] (ζωᾶς [[ἄωτος]] Pind.).
}}
}}
{{etym
{{etym