ὀρίνδης: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(<b class="b2">)([\w\s'-]+)(<\/b>)" to "$2")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0378.png Seite 378]] [[ἄρτος]], ὁ, aus [[ὄρινδα]] od. [[ὄρυζα]] bereitetes Brot, Soph. frg. 532 bei Ath. III, 110 e.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0378.png Seite 378]] [[ἄρτος]], ὁ, aus [[ὄρινδα]] od. [[ὄρυζα]] bereitetes Brot, Soph. frg. 532 bei Ath. III, 110 e.
}}
{{elru
|elrutext='''ὀρίνδης:''' adj. m рисовый, из рисовой муки ([[ἄρτος]] Soph.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 18: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὀρίνδης]], ὁ (Α)<br />[[άρτος]] παρασκευασμένος από όρυζα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η σημ. της λ. [[ὀρίνδης]], που [[κατά]] την επικρατέστερη [[άποψη]] δηλώνει τον άρτο τον παρασκευασμένο από όρυζα (απ' όπου [[ὄρινδα]] «όρυζα»), δεν [[είναι]] απόλυτα εξακριβωμένη. Κατ' άλλους, η λ. δηλώνει έναν αιθιοπικό σπόρο φυτού που μοιάζει με [[σουσάμι]], ενώ κατ' άλλους άρτο παρασκευασμένο από [[ρύζι]] ή από ένα [[είδος]] αιθιοπικού σπόρου που μοιάζει με [[σουσάμι]]. Αν η λ., παρ' όλα αυτά, αναφέρεται στο [[ρύζι]], [[τότε]] αποτελεί παράλληλο τ. της λ. <i>όρυζα</i> και [[είναι]] [[δάνειο]] από τη Δυτική Ιρανική (<b>πρβλ.</b> και περσ. <i>birinj</i>, αρμ. <i>brinj</i>). Βλ. και λ. <i>όρυζα</i>].
|mltxt=[[ὀρίνδης]], ὁ (Α)<br />[[άρτος]] παρασκευασμένος από όρυζα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η σημ. της λ. [[ὀρίνδης]], που [[κατά]] την επικρατέστερη [[άποψη]] δηλώνει τον άρτο τον παρασκευασμένο από όρυζα (απ' όπου [[ὄρινδα]] «όρυζα»), δεν [[είναι]] απόλυτα εξακριβωμένη. Κατ' άλλους, η λ. δηλώνει έναν αιθιοπικό σπόρο φυτού που μοιάζει με [[σουσάμι]], ενώ κατ' άλλους άρτο παρασκευασμένο από [[ρύζι]] ή από ένα [[είδος]] αιθιοπικού σπόρου που μοιάζει με [[σουσάμι]]. Αν η λ., παρ' όλα αυτά, αναφέρεται στο [[ρύζι]], [[τότε]] αποτελεί παράλληλο τ. της λ. <i>όρυζα</i> και [[είναι]] [[δάνειο]] από τη Δυτική Ιρανική (<b>πρβλ.</b> και περσ. <i>birinj</i>, αρμ. <i>brinj</i>). Βλ. και λ. <i>όρυζα</i>].
}}
{{elru
|elrutext='''ὀρίνδης:''' adj. m рисовый, из рисовой муки ([[ἄρτος]] Soph.).
}}
}}
{{etym
{{etym