ὁδόω: Difference between revisions

No change in size ,  3 October 2022
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />mettre dans le bon chemin ; guider τινα ἔς [[τι]], qqn dans un art ; φρονεῖν βρότους ESCHL apprendre aux mortels à réfléchir;<br /><i><b>Moy.</b></i> [[ὁδόομαι]], [[ὁδοῦμαι]] se mettre en route.<br />'''Étymologie:''' [[ὁδός]].
|btext=-ῶ :<br />mettre dans le bon chemin ; guider τινα ἔς [[τι]], qqn dans un art ; φρονεῖν βρότους ESCHL apprendre aux mortels à réfléchir;<br /><i><b>Moy.</b></i> [[ὁδόομαι]], [[ὁδοῦμαι]] se mettre en route.<br />'''Étymologie:''' [[ὁδός]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὁδόω:'''<br /><b class="num">1)</b> [[направлять]] (нужным путем), вести (τινα ἐς χθόνα Aesch.);<br /><b class="num">2)</b> [[наставлять]], [[учить]] (τινα φρονεῖν Aesch.): [[ἀπό]] τινος [[χρηστῶς]] ὁδοῦσθαι Her. быть хорошо руководимым кем-л., получать от кого-л. правильные советы.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὁδόω:''' μέλ. <i>-ώσω</i>, αόρ. αʹ <i>ὤδωσα</i> ([[ὁδός]]), [[οδηγώ]] μέσω του σωστού δρόμου, σε Αισχύλ.· με απαρ., <i>τὸν φρονεῖν βροτοὺς ὁδώσαντα</i>, αυτός που εισήγαγε τους θνητούς στον δρόμο της σοφίας, στον ίδ.· λέγεται για πράγματα, [[διευθύνω]], [[διατάζω]], σε Ευρ.· Παθ., βρίσκομαι στο σωστό δρόμο, σε Ηρόδ.
|lsmtext='''ὁδόω:''' μέλ. <i>-ώσω</i>, αόρ. αʹ <i>ὤδωσα</i> ([[ὁδός]]), [[οδηγώ]] μέσω του σωστού δρόμου, σε Αισχύλ.· με απαρ., <i>τὸν φρονεῖν βροτοὺς ὁδώσαντα</i>, αυτός που εισήγαγε τους θνητούς στον δρόμο της σοφίας, στον ίδ.· λέγεται για πράγματα, [[διευθύνω]], [[διατάζω]], σε Ευρ.· Παθ., βρίσκομαι στο σωστό δρόμο, σε Ηρόδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὁδόω:'''<br /><b class="num">1)</b> [[направлять]] (нужным путем), вести (τινα ἐς χθόνα Aesch.);<br /><b class="num">2)</b> [[наставлять]], [[учить]] (τινα φρονεῖν Aesch.): [[ἀπό]] τινος [[χρηστῶς]] ὁδοῦσθαι Her. быть хорошо руководимым кем-л., получать от кого-л. правильные советы.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[ὁδόω]], [[ὁδός]]<br />to [[lead]] by the [[right]] way, Aesch.; c. inf., τὸν φρονεῖν βροτοὺς ὁδώσαντα who put mortals on the way to [[wisdom]], Aesch.: of things, to [[direct]], [[ordain]], Eur.:—Pass. to be on the [[right]] way, be conducted, Hdt.
|mdlsjtxt=[[ὁδόω]], [[ὁδός]]<br />to [[lead]] by the [[right]] way, Aesch.; c. inf., τὸν φρονεῖν βροτοὺς ὁδώσαντα who put mortals on the way to [[wisdom]], Aesch.: of things, to [[direct]], [[ordain]], Eur.:—Pass. to be on the [[right]] way, be conducted, Hdt.
}}
}}