περιολισθάνω: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl\n\|elnltext.*}}\n)" to "$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl\n\|elnltext.*}}\n)" to "$3$2$1")
Line 13: Line 13:
|btext=<b>1</b> glisser tout autour ; glisser à côté de <i>ou</i> hors de;<br /><b>2</b> <i>fig.</i> se glisser dans, <i>avec</i> [[εἰς]] et l'acc..<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[ὀλισθάνω]].
|btext=<b>1</b> glisser tout autour ; glisser à côté de <i>ou</i> hors de;<br /><b>2</b> <i>fig.</i> se glisser dans, <i>avec</i> [[εἰς]] et l'acc..<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[ὀλισθάνω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''περιολισθάνω''': ὀλισθαίνω εἰς τὰ πλάγια, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 814· ὀλισθαίνω ὁλόγυρα, ὁ αὐτ. περὶ Ἀρχ. Ἰητρ. 18· μέχρις οὗ τῶν ἀνδρῶν ἀπορριφθέντων καὶ διασφενδονισθέντων, κενὴ προσπέσοι τοῖς τείχεσιν ἢ περιολίσθοι τῆς λαβῆς ἀνείσης Πλουτ. Μάρκελλ. 15· ὡς περιολισθάνοι ἀπ’ αὐτῶν τὰ λοιπὰ βέλη Ἰωσήπ. Ἰουδ. Πόλ. 3. 7, 10· μεταφορ., ἡδονὴ π. εἰς τὸ [[σῶμα]] Πλούτ. 2. 1089D. - Παρὰ μεταγεν., -ολισθαίνω.
|elnltext=περι-ολισθάνω wegglijden, afglijden.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 22: Line 22:
|lsmtext='''περιολισθάνω:''' αόρ. βʹ <i>-ώλισθον</i>, [[ολισθαίνω]] [[ολόγυρα]], [[ξεγλιστρώ]], σε Πλούτ.
|lsmtext='''περιολισθάνω:''' αόρ. βʹ <i>-ώλισθον</i>, [[ολισθαίνω]] [[ολόγυρα]], [[ξεγλιστρώ]], σε Πλούτ.
}}
}}
{{elnl
{{ls
|elnltext=περι-ολισθάνω wegglijden, afglijden.
|lstext='''περιολισθάνω''': ὀλισθαίνω εἰς τὰ πλάγια, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 814· ὀλισθαίνω ὁλόγυρα, ὁ αὐτ. περὶ Ἀρχ. Ἰητρ. 18· μέχρις οὗ τῶν ἀνδρῶν ἀπορριφθέντων καὶ διασφενδονισθέντων, κενὴ προσπέσοι τοῖς τείχεσιν ἢ περιολίσθοι τῆς λαβῆς ἀνείσης Πλουτ. Μάρκελλ. 15· ὡς περιολισθάνοι ἀπ’ αὐτῶν τὰ λοιπὰ βέλη Ἰωσήπ. Ἰουδ. Πόλ. 3. 7, 10· μεταφορ., ἡδονὴ π. εἰς τὸ [[σῶμα]] Πλούτ. 2. 1089D. - Παρὰ μεταγεν., -ολισθαίνω.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=aor2 -ώλισθον<br />to [[slip]] [[away]] all [[round]], [[slip]] off, Plut.
|mdlsjtxt=aor2 -ώλισθον<br />to [[slip]] [[away]] all [[round]], [[slip]] off, Plut.
}}
}}