3,276,901
edits
m (Text replacement - "εῑον" to "εῖον") |
m (Text replacement - "εῑ" to "εῖ") |
||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ή | |mltxt=ή πρωτεῖος, -εία, -ον, Α [[πρωτεῖον]]<br />(για πρόσ. και πράγμ.) αυτός που κατέχει την πρώτη [[θέση]], που ξεχωρίζει για την ποιότητά του, ο [[έξοχος]] (α. «πρωτείου δούλου τιμὴν κατέβαλε», Ιωάνν. Χρυσ.<br />β. «καὶ τὰ ἴσα σοι παρασχεῖν ἐν πρωτείῳ οἴνῳ», πάπ.). | ||
}} | }} |