3,274,921
edits
m (Text replacement - "d’u" to "d'u") |
m (Text replacement - "εῑ" to "εῖ") |
||
Line 32: | Line 32: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ὑγιαίνω]], ΝΜΑ [[ὑγιής]]<br /><b>1.</b> [[είμαι]] [[υγιής]], χαρακτηρίζομαι από άρτια, φυσιολογική [[λειτουργία]] τών διαφόρων [[μερών]] του σώματός μου, [[είμαι]] [[γερός]]<br /><b>2.</b> (το β' εν. πρόσ. και στη νεοελλ. και το β' πληθ. προστ.) <i>υγίαινε</i> και <i>υγιαίνετε</i><br />[[προσφώνηση]] από κάποιον που πίνει στην [[υγεία]] κάποιου άλλου ή αποχαιρετιστήρια [[φράση]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[είμαι]] [[υγιής]] στο [[μυαλό]], έχω σώας τας φρένας («οὐχ ὑγιαίνει, ἀλλὰ | |mltxt=[[ὑγιαίνω]], ΝΜΑ [[ὑγιής]]<br /><b>1.</b> [[είμαι]] [[υγιής]], χαρακτηρίζομαι από άρτια, φυσιολογική [[λειτουργία]] τών διαφόρων [[μερών]] του σώματός μου, [[είμαι]] [[γερός]]<br /><b>2.</b> (το β' εν. πρόσ. και στη νεοελλ. και το β' πληθ. προστ.) <i>υγίαινε</i> και <i>υγιαίνετε</i><br />[[προσφώνηση]] από κάποιον που πίνει στην [[υγεία]] κάποιου άλλου ή αποχαιρετιστήρια [[φράση]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[είμαι]] [[υγιής]] στο [[μυαλό]], έχω σώας τας φρένας («οὐχ ὑγιαίνει, ἀλλὰ ληρεῖ τε και μαίνεται», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> (κατ επέκτ.) [[κρίνω]] σωστά μια [[κατάσταση]] ή ένα [[ζήτημα]] που άπτεται [[κυρίως]] της πολιτικής ή της θρησκευτικής ζωής (α. «οἱ ὑγιαίνοντες» — οι πολίτες που συμμορφώνονται στους κανονισμούς μιας πολιτείας, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τους ταραξίες και τους επαναστάτες, <b>Πλούτ.</b><br />β. «ὑγιαίνουσαι περὶ τοὺς θεοὺς δόξαι», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>3.</b> (για καταστάσεις, φαινόμενα) [[είμαι]] [[υγιεινός]] («ὑγιαίνων και [[τεταγμένος]] [[βίος]]», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>4.</b> <b>(μτβ.)</b> [[θεραπεύω]], [[ὑγιάζω]]<br /><b>5.</b> (η μτχ. αρσ. ενεργ. ενεστ. ως επίθ.) <i>ὑγιαίνων</i><br />ο [[υγιής]]<br /><b>6.</b> (το ουδ. μτχ. ενεργ. ενεστ. ως ουσ.) <i>τὸ ὑγιαῑνον</i><br />το υγιές [[τμήμα]] ενός συνόλου («τὸ δὲ ὑγιαῑνον τῆς Ἑλλάδος ἦ ὀλίγον...», <b>Ηρόδ.</b>). | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |