3,274,159
edits
m (Text replacement - "(?s)(==Wikipedia ES==)(\n)(.*)(\n[{=])" to "{{wkpes |wkestx=$3 }}$4") |
m (Text replacement - "(?s)(==Wikipedia EL==)(\n)(.*)(\n[{=])" to "{{wkpel |wkeltx=$3 }}$4") |
||
Line 16: | Line 16: | ||
The word is compounded of the Greek ἁγορά ("market"), and νέμειν ("to distribute"). Aristotle distinguishes two kinds of magistrates, the agoranomi, who had the intendance of the markets, and the astynomi, who inspected the buildings. | The word is compounded of the Greek ἁγορά ("market"), and νέμειν ("to distribute"). Aristotle distinguishes two kinds of magistrates, the agoranomi, who had the intendance of the markets, and the astynomi, who inspected the buildings. | ||
}} | }} | ||
= | {{wkpel | ||
Ο αγορανόμος (ἁγορανόμος) ήταν αξιωματούχος της Αθήνας: Οι αγορανόμοι ήταν δέκα και διατηρούσαν την τάξη και ειρήνη στις αγορές. Έλυναν διαφορές, εξέταζαν την ποιότητα των αντικειμένων που εκτίθονταν προς πώληση, έλεγχαν μέτρα και σταθμά, συνέλεγαν τα λιμενικά τέλη και εφάρμοζαν τους κανονισμούς αποστολών. Ο αγορανόμος είχε σχεδόν την ίδια λειτουργία με τον κουρούλε εντίλε των αρχαίων Ρωμαίων. Μαζί με τους Μετρονόμους ήταν οι δύο αξιωματούχοι της Αθήνας που έλεγχαν την εύρυθμη λειτουργία του εμπορικού τμήματος της Αγοράς. | |wkeltx=Ο αγορανόμος (ἁγορανόμος) ήταν αξιωματούχος της Αθήνας: Οι αγορανόμοι ήταν δέκα και διατηρούσαν την τάξη και ειρήνη στις αγορές. Έλυναν διαφορές, εξέταζαν την ποιότητα των αντικειμένων που εκτίθονταν προς πώληση, έλεγχαν μέτρα και σταθμά, συνέλεγαν τα λιμενικά τέλη και εφάρμοζαν τους κανονισμούς αποστολών. Ο αγορανόμος είχε σχεδόν την ίδια λειτουργία με τον κουρούλε εντίλε των αρχαίων Ρωμαίων. Μαζί με τους Μετρονόμους ήταν οι δύο αξιωματούχοι της Αθήνας που έλεγχαν την εύρυθμη λειτουργία του εμπορικού τμήματος της Αγοράς. | ||
}} | |||
{{wkpes | {{wkpes | ||
|wkestx=Agoranomo es una voz griega (en griego antiguo, ἀγορανόμος (agoranómos), compuesta de otras dos que significan director o inspector del mercado. | |wkestx=Agoranomo es una voz griega (en griego antiguo, ἀγορανόμος (agoranómos), compuesta de otras dos que significan director o inspector del mercado. |