σκεῦος: Difference between revisions

m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\]\],) ([\p{Greek}]+)(\))" to "$1 $2$3"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+), (\w+), " to "$1, $3, ")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\]\],) ([\p{Greek}]+)(\))" to "$1 $3")
Line 38: Line 38:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''σκεῦος''': -εος, τό, (ἴδε ἐν τέλ.), [[ἀγγεῖον]] ἢ [[ἐργαλεῖον]] οἱονδήποτε, ἐν τῷ ἑνικ., Ἀριστοφ. Θεσμ. 402, Θουκ. 4. 128· ἐν τῷ δυϊκ., σκεύη δύο χρησίμω Ἀριστοφ. Ἱππ. 983, πρβλ. Πλάτ. Πολ. 595B· καὶ ἐν πληθ. κλῖναι καὶ [[τἆλλα]] σκεύη [[αὐτόθι]] 573Α, κ. ἀλλ.· - ἀλλ’ ὁ πληθ. [[πολλάκις]] κεῖται περιληπτικῶς, = πᾶν ὅ τι ἀνήκει εἰς ὅλον τι πλῆρες, [[ἔπιπλα]] οἴκου, σκεύη μαγειρικά, κττ., κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὰ κτήνη καὶ τὴν ἀκίνητον περιουσίαν, Ἀριστοφ. Εἰρ. 1318, Λυσίας 154. 35, Πλάτ., κλπ.· σκ. γεωργικά, τὰ γεωργικὰ σκεύη ἢ ἐργαλεῖα, Ἀριστοφ. Εἰρ. 552· σκ. [[ἱερά]], σκεύη καὶ ἐργαλεῖα [[ἱερά]], Θουκ. 2. 13· - ἰδίως ἐπὶ στρατιωτικῶν σκευῶν, καὶ τὰ περὶ τὸ [[σῶμα]] σκεύη ὁ αὐτ. 6. 31· τὰ τῶν ἵππων σκ. Ξεν. Κύρ. 4. 5, 55· οὕτω καὶ αἱ ἀποσκευαὶ στρατεύματος, καὶ [[καθόλου]] ἀποσκευαί, Λατιν. impendimenta, Ἀριστοφ. Βάτρ. 12, 15, Ξεν. Ἀπομν. 3. 13, 6· ὄνοι αὐτοῖς σκεύεσι, [[ὁμοῦ]] μὲ τὰ φορτία των, ὁ αὐτ. ἐν Ἑλλ. 5. 4,17. - τὰ τοῦ πλοίου ἀναγκαῖα, Πλάτ. Κριτί. 117D, Λάχ. 183Ε, Ξεν. Οἰκ. 8, 11· σκ. τριηρικὰ Δημ. 1145, 2· (οὕτω περιληπτικῶς ἐν τῷ ἑνικῷ, Πράξ. Ἀποστ. κζ΄, 17)· - πάντα τὰ εἴδη τῶν σκευῶν γράφονται ἐν τῷ καταλόγῳ ὑπὸ τοῦ Πολυδεύκους (Ι΄). 2) ἄψυχον ἀντικείμενον, [[πρᾶγμα]], ἀντίθετον τῷ [[ζῷον]], [[σῶμα]], Πλάτ. Πολ. 601D, Γοργ. 506D· - ὁ Πρωταγόρας ἐκάλει σκεύη πάντα τὰ οὐδέτερα οὐσιαστικά, ἄρρενα καὶ [[θήλεα]] καὶ σκεύη Ἀριστ. Ρητ. 3. 5, 5· τὰ ἄλλως καλούμενα: τὰ μεταξὺ ὀνόματα, ὁ αὐτ. ἐν Σοφιστ. Ἐλέγχ. 14, 4· - οὕτω, [[σκεῦος]] ὑπηρετικόν, [[πρόσωπον]] ὑπάλληλον ἢ δευτερεῦον, χρησιμεῦον ὡς ἁπλοῦν [[ὄργανον]], Πολύβ. 13. 5, 7· - ἐν τῇ Καινῇ Διαθ. ἐπὶ καλῆς σημασίας, σκ. ἐκλογῆς, ἐκλεκτὸν [[ὄργανον]] εἰς τὴν χεῖρα τοῦ Θεοῦ, ἐπὶ τοῦ ἀποστόλου Παύλου, Πράξ. Ἀποστ. θ΄, 15. II. τὸ [[σκεῦος]], τὸ [[σῶμα]] ὡς τὸ περιέχον τὴν ψυχήν· ἡ δὲ μεταφορὰ αὕτη σαφῶς ἐκφέρεται ἐν τῇ πρὸς Κορινθ. Β΄ Ἐπιστ. δ΄, 7, ἔχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν, πρβλ. Α΄ πρ. Θεσσ. δ΄, 4, Α΄ Πέτρ. γ΄, 7· - οὕτω τὸ [[σῶμα]] καλεῖται: τὸ τῆς ψυχῆς [[ἀγγεῖον]] παρὰ Φίλωνι 1. 223, 467· vas animi παρὰ Κικ. Tusc. 1. 22, πρβλ. Λουκρήτ. 6. 17. III. =[[αἰδοῖον]], Αἰλ. π. Ζ. 17. 11, Ἀνθ. Πλαν. 243· οὕτω vas παρὰ τῷ Πλαύτῳ. (Ἐκ τῆς √ΣΚΥ παράγονται [[ὡσαύτως]] τὰ σκευή, σκευάζω· πιθαν. [[ὡσαύτως]] σκῦτος, κύτος (cutis)· ­- πρβλ. Σανσκρ. sku, sku-nômi (tego), Λατιν. ob-scurus, scū-tum, cŭ-tis· Ἀγγλο-Σαξον scu-a (umbra), húd (hide)· Σλαυ. sti-tu ([[ἀσπίς]])· Λιθ. sku-ra (δέρμα)· - πρβλ. [[ὡσαύτως]] [[σκῦλον]], σκύλος). Καθ’ Ἡσύχ.: «[[ἀγγεῖον]] ἅπαν».
|lstext='''σκεῦος''': -εος, τό, (ἴδε ἐν τέλ.), [[ἀγγεῖον]] ἢ [[ἐργαλεῖον]] οἱονδήποτε, ἐν τῷ ἑνικ., Ἀριστοφ. Θεσμ. 402, Θουκ. 4. 128· ἐν τῷ δυϊκ., σκεύη δύο χρησίμω Ἀριστοφ. Ἱππ. 983, πρβλ. Πλάτ. Πολ. 595B· καὶ ἐν πληθ. κλῖναι καὶ [[τἆλλα]] σκεύη [[αὐτόθι]] 573Α, κ. ἀλλ.· - ἀλλ’ ὁ πληθ. [[πολλάκις]] κεῖται περιληπτικῶς, = πᾶν ὅ τι ἀνήκει εἰς ὅλον τι πλῆρες, [[ἔπιπλα]] οἴκου, σκεύη μαγειρικά, κττ., κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὰ κτήνη καὶ τὴν ἀκίνητον περιουσίαν, Ἀριστοφ. Εἰρ. 1318, Λυσίας 154. 35, Πλάτ., κλπ.· σκ. γεωργικά, τὰ γεωργικὰ σκεύη ἢ ἐργαλεῖα, Ἀριστοφ. Εἰρ. 552· σκ. [[ἱερά]], σκεύη καὶ ἐργαλεῖα [[ἱερά]], Θουκ. 2. 13· - ἰδίως ἐπὶ στρατιωτικῶν σκευῶν, καὶ τὰ περὶ τὸ [[σῶμα]] σκεύη ὁ αὐτ. 6. 31· τὰ τῶν ἵππων σκ. Ξεν. Κύρ. 4. 5, 55· οὕτω καὶ αἱ ἀποσκευαὶ στρατεύματος, καὶ [[καθόλου]] ἀποσκευαί, Λατιν. impendimenta, Ἀριστοφ. Βάτρ. 12, 15, Ξεν. Ἀπομν. 3. 13, 6· ὄνοι αὐτοῖς σκεύεσι, [[ὁμοῦ]] μὲ τὰ φορτία των, ὁ αὐτ. ἐν Ἑλλ. 5. 4,17. - τὰ τοῦ πλοίου ἀναγκαῖα, Πλάτ. Κριτί. 117D, Λάχ. 183Ε, Ξεν. Οἰκ. 8, 11· σκ. τριηρικὰ Δημ. 1145, 2· (οὕτω περιληπτικῶς ἐν τῷ ἑνικῷ, Πράξ. Ἀποστ. κζ΄, 17)· - πάντα τὰ εἴδη τῶν σκευῶν γράφονται ἐν τῷ καταλόγῳ ὑπὸ τοῦ Πολυδεύκους (Ι΄). 2) ἄψυχον ἀντικείμενον, [[πρᾶγμα]], ἀντίθετον τῷ [[ζῷον]], [[σῶμα]], Πλάτ. Πολ. 601D, Γοργ. 506D· - ὁ Πρωταγόρας ἐκάλει σκεύη πάντα τὰ οὐδέτερα οὐσιαστικά, ἄρρενα καὶ [[θήλεα]] καὶ σκεύη Ἀριστ. Ρητ. 3. 5, 5· τὰ ἄλλως καλούμενα: τὰ μεταξὺ ὀνόματα, ὁ αὐτ. ἐν Σοφιστ. Ἐλέγχ. 14, 4· - οὕτω, [[σκεῦος]] ὑπηρετικόν, [[πρόσωπον]] ὑπάλληλον ἢ δευτερεῦον, χρησιμεῦον ὡς ἁπλοῦν [[ὄργανον]], Πολύβ. 13. 5, 7· - ἐν τῇ Καινῇ Διαθ. ἐπὶ καλῆς σημασίας, σκ. ἐκλογῆς, ἐκλεκτὸν [[ὄργανον]] εἰς τὴν χεῖρα τοῦ Θεοῦ, ἐπὶ τοῦ ἀποστόλου Παύλου, Πράξ. Ἀποστ. θ΄, 15. II. τὸ [[σκεῦος]], τὸ [[σῶμα]] ὡς τὸ περιέχον τὴν ψυχήν· ἡ δὲ μεταφορὰ αὕτη σαφῶς ἐκφέρεται ἐν τῇ πρὸς Κορινθ. Β΄ Ἐπιστ. δ΄, 7, ἔχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν, πρβλ. Α΄ πρ. Θεσσ. δ΄, 4, Α΄ Πέτρ. γ΄, 7· - οὕτω τὸ [[σῶμα]] καλεῖται: τὸ τῆς ψυχῆς [[ἀγγεῖον]] παρὰ Φίλωνι 1. 223, 467· vas animi παρὰ Κικ. Tusc. 1. 22, πρβλ. Λουκρήτ. 6. 17. III. =[[αἰδοῖον]], Αἰλ. π. Ζ. 17. 11, Ἀνθ. Πλαν. 243· οὕτω vas παρὰ τῷ Πλαύτῳ. (Ἐκ τῆς √ΣΚΥ παράγονται [[ὡσαύτως]] τὰ σκευή, σκευάζω· πιθαν. [[ὡσαύτως]] σκῦτος, κύτος (cutis)· ­- πρβλ. Σανσκρ. sku, sku-nômi (tego), Λατιν. ob-scurus, scū-tum, cŭ-tis· Ἀγγλο-Σαξον scu-a (umbra), húd (hide)· Σλαυ. sti-tu ([[ἀσπίς]])· Λιθ. sku-ra (δέρμα)· - πρβλ. [[ὡσαύτως]] [[σκῦλον]], [[σκύλος]]). Καθ’ Ἡσύχ.: «[[ἀγγεῖον]] ἅπαν».
}}
}}
{{etym
{{etym
Line 56: Line 56:
}}
}}
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=(=[[ἀγγεῖο]], [[ἐργαλεῖο]], [[πρᾶγμα]]). Ἀπό ρίζα σκυ. Πιθανόν συγγενικό μέ τά [[σκῦτος]], [[κύτος]] (=[[δέρμα]]).<br><b>Παράγωγα:</b> [[σκευάριον]] (ὑποκορ.), [[σκευή]] καί τά σύνθ.: (ἀνα, κατα, δια, μετα, παρα, ἀπο, [[ἐν]], συ) [[σκευή]], [[σκευάζω]] καί τά σύνθ.: [[σκευοθήκη]], [[σκευοφόρος]], [[σκευοφύλαξ]], [[σκευωρία]].
|mantxt=(=[[ἀγγεῖο]], [[ἐργαλεῖο]], [[πρᾶγμα]]). Ἀπό ρίζα σκυ. Πιθανόν συγγενικό μέ τά [[σκῦτος]], [[κύτος]] (=[[δέρμα]]).<br><b>Παράγωγα:</b> [[σκευάριον]] (ὑποκορ.), [[σκευή]] καί τά σύνθ.: (ἀνα, κατα, δια, μετα, παρα, ἀπο, [[ἐν]], [[συ]]) [[σκευή]], [[σκευάζω]] καί τά σύνθ.: [[σκευοθήκη]], [[σκευοφόρος]], [[σκευοφύλαξ]], [[σκευωρία]].
}}
}}
{{elmes
{{elmes