μεθοδικός: Difference between revisions

m
no edit summary
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (Α [[μεθοδικός]], -ή, -όν) [[μέθοδος]]<br />αυτός που κάνει [[κάτι]] με μέθοδο, αυτός που εργάζεται ή ενεργεί με μέθοδο, ο [[συστηματικός]] («[[μεθοδικός]] [[ερευνητής]]»)<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />(για πράγματα) αυτός που γίνεται με μέθοδο, με [[σύστημα]] («μεθοδική [[εργασία]]»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[πανούργος]], [[δόλιος]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> α) <i>τὸ μεθοδικόν</i><br />η [[μεθοδικότητα]]<br />β) <b>στον πληθ.</b> <i>Μεθοδικά</i><br />[[τίτλος]] ρητορικού συγγράμματος του Αριστοτέλη που δεν έχει διασωθεί και το οποίο [[πιθανώς]] πραγματευόταν θέματα λογικής<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «μεθοδικοὶ ἰατροί» — οπαδοί της μεθοδικής αιρέσεως<br />β) «μεθοδικὴ [[αἵρεσις]]» — αρχαία επιστημονική ιατρική [[σχολή]] η οποία έθεσε τα [[πρώτα]] θεμέλια της στερεοπαθολογίας και αντιτάχθηκε στις υγρολογικές χυμοπαθολογικές θεωρίες του Ιπποκράτη<br />γ) «μεθοδικοί τρόποι» — οι πρώτες βοήθειες. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>μεθοδικώς</i> και -<i>ά</i> (Α [[μεθοδικῶς]])<br />με μεθοδικό τρόπο.
|mltxt=-ή, -ό (Α [[μεθοδικός]], -ή, -όν) [[μέθοδος]]<br />αυτός που κάνει [[κάτι]] με μέθοδο, αυτός που εργάζεται ή ενεργεί με μέθοδο, ο [[συστηματικός]] («[[μεθοδικός]] [[ερευνητής]]»)<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />(για πράγματα) αυτός που γίνεται με μέθοδο, με [[σύστημα]] («μεθοδική [[εργασία]]»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[πανούργος]], [[δόλιος]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> α) <i>τὸ μεθοδικόν</i><br />η [[μεθοδικότητα]]<br />β) <b>στον πληθ.</b> <i>Μεθοδικά</i><br />[[τίτλος]] ρητορικού συγγράμματος του Αριστοτέλη που δεν έχει διασωθεί και το οποίο [[πιθανώς]] πραγματευόταν θέματα λογικής<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «μεθοδικοὶ ἰατροί» — οπαδοί της μεθοδικής αιρέσεως<br />β) «μεθοδικὴ [[αἵρεσις]]» — αρχαία επιστημονική ιατρική [[σχολή]] η οποία έθεσε τα [[πρώτα]] θεμέλια της στερεοπαθολογίας και αντιτάχθηκε στις υγρολογικές χυμοπαθολογικές θεωρίες του Ιπποκράτη<br />γ) «μεθοδικοί τρόποι» — οι πρώτες βοήθειες. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>μεθοδικώς</i> και -<i>ά</i> (Α [[μεθοδικῶς]])<br />με μεθοδικό τρόπο.
}}
{{trml
|trtx====[[orderly]]===
Armenian: կոկիկ; Bulgarian: акуратен, подреден; Cebuano: hapsay; Danish: ordentlig, velordnet; Dutch: [[ordelijk]]; Finnish: järjestynyt; French: [[ordonné]]; German: [[ordentlich]]; Greek: [[τακτικός]], [[τακτοποιημένος]], [[συμμαζεμένος]], [[μεθοδικός]]; Ancient Greek: [[ἐμμελής]], [[εὔκοσμος]], [[εὔρυθμος]], [[εὐσταλής]], [[εὔτακτος]], [[κόσμιος]]; Hungarian: rendes, rendszerető; Icelandic: skipulegur, reglulegur; Italian: [[ordinato]]; Japanese: 整然; Kurdish Central Kurdish: ڕێکوپێکی‎; Macedonian: уреден; Russian: [[опрятный]], [[аккуратный]]; Spanish: [[ordenado]]; Swedish: ordentlig; Thai: มีระเบียบ, เป็นระเบียบ
}}
}}