παύστωρ: Difference between revisions

m
LSJ1 replacement
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=paystor
|Transliteration C=paystor
|Beta Code=pau/stwr
|Beta Code=pau/stwr
|Definition=ορος, ὁ, = [[παυστήρ]], [[νόσων]] <span class="bibl">Isyll. 56</span>.
|Definition=-ορος, ὁ, = [[παυστήρ]], [[νόσων]] Isyll. 56.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ορος, ὁ, Α<br />αυτός που σταματάει ή διώχνει [[κάτι]], που ανακουφίζει από [[κάτι]], ο [[παυστήρ]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παρλλ. τ. του [[παυστήρ]].
|mltxt=-ορος, ὁ, Α<br />αυτός που σταματάει ή διώχνει [[κάτι]], που ανακουφίζει από [[κάτι]], ο [[παυστήρ]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παρλλ. τ. του [[παυστήρ]].
}}
}}