ἄβατον: Difference between revisions

m
no edit summary
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=avaton
|Transliteration C=avaton
|Beta Code=a)/baton
|Beta Code=a)/baton
|Definition=<span class="bld">1</span> τό, [[sanctuary]], [[adytum]], Theopomp.Hist.313, IG4.952 (Epidaur.), etc.; = [[bidental]], Διὸς καταιβάτου ἄ. ib.2.1659b.<br><span class="bld">2</span> τό, [[abaton]], a [[plant]] [[eat]]en [[pickle]]d, Gal.6.623.
|Definition=<span class="bld">1</span> τό, [[abaton]], [[sanctuary]], [[adytum]], Theopomp.Hist.313, IG4.952 (Epidaur.), etc.; = [[bidental]], Διὸς καταιβάτου ἄ. ib.2.1659b.<br><span class="bld">2</span> τό, [[abaton]], a [[plant]] [[eat]]en [[pickle]]d, Gal.6.623.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἄβατον]], το (Α) [[βαίνω]]<br />[[τμήμα]] του ναού ή [[τόπος]] [[ιερός]], όπου δεν επιτρεπόταν η [[είσοδος]] [[παρά]] μόνο στους ιερείς.
|mltxt=[[ἄβατον]], το (Α) [[βαίνω]]<br />[[τμήμα]] του ναού ή [[τόπος]] [[ιερός]], όπου δεν επιτρεπόταν η [[είσοδος]] [[παρά]] μόνο στους ιερείς.
}}
{{wkpen
|wketx=An [[abaton]] is a sacred place, which is not accessible to most people; usually in reference to a monastery.
}}
}}