παράπληκτος: Difference between revisions

m
no edit summary
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0494.png Seite 494]] verrückt, wahnsinnig, wüthend; [[χείρ]], Soph. Ai. 226; vgl. Melanippid. bei Ath. X, 429 c. – Gew. = Vorigem, Hippocr.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0494.png Seite 494]] [[verrückt]], [[wahnsinnig]], [[wütend]]; [[χείρ]], Soph. Ai. 226; vgl. Melanippid. bei Ath. X, 429 c. – Gew. = Vorigem, Hippocr.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[παράπληκτος]], -ον, δωρ. τ. παράπλακτος, -ον, ΝΜΑ [[παραπλήσσω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που πάσχει από [[παραπληγία]], [[παραπληγικός]]<br /><b>μσν.</b><br />(<b>το ουδ. ως επίρρ.</b>) <i>παράπληκτον</i><br />με μανιώδη τρόπο, με [[μανία]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[μανιακός]], [[παράφρονας]], [[τρελός]]<br /><b>2.</b> αυτός που έχει προσβληθεί από [[παραπληγία]] («τοὺς δὲ παραπλήκτους γίνεσθαι τὰ δεξιὰ ἤ τὰ ἀριστερά», Ιπποκρ.).
|mltxt=-η, -ο / [[παράπληκτος]], -ον, δωρ. τ. [[παράπλακτος]], -ον, ΝΜΑ [[παραπλήσσω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που πάσχει από [[παραπληγία]], [[παραπληγικός]]<br /><b>μσν.</b><br />(<b>το ουδ. ως επίρρ.</b>) <i>παράπληκτον</i><br />με μανιώδη τρόπο, με [[μανία]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[μανιακός]], [[παράφρονας]], [[τρελός]]<br /><b>2.</b> αυτός που έχει προσβληθεί από [[παραπληγία]] («τοὺς δὲ παραπλήκτους γίνεσθαι τὰ δεξιὰ ἤ τὰ ἀριστερά», Ιπποκρ.).
}}
}}
{{lsm
{{lsm