τίγρη: Difference between revisions

m
no edit summary
m (Text replacement - "Latin: byaggha;" to "Pali Latin: byaggha;")
mNo edit summary
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η / [[τίγρις]], -εως, ΝΜΑ, και [[τίγρης]], ο και [[λόγιος]] τ. [[τίγρις]], η, Ν, και [[τίγρις]], ὁ, και τ. γεν. -ιος και -ιδος, Α<br />[[κοινή]], [[σήμερα]], [[ονομασία]] του μεγαλόσωμου σαρκοφάγου θηλαστικού Panthera tigris, που, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική [[ταξινόμηση]], ανήκει στην [[οικογένεια]] τών αιλουροειδών<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>μτφ.</b> (<b>για πρόσ.</b>) [[άγριος]], [[αιμοχαρής]], [[σκληρόκαρδος]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[τίγρης]] του πελάγου»<br /><b>μτφ.</b> (στον Σολωμό) ο [[καρχαρίας]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ονομασία ζώου, ιρανικής προέλευσης, που έχει συνδεθεί ετυμολογικά και με τον ομώνυμο ποταμό Τίγρητα (<b>πρβλ.</b> αρχ. περσ. <i>tigr</i><i>ā</i>). Η [[άποψη]] ότι η λ. συνδέεται με το αβεστ. <i>tiγri</i>- «[[βέλος]], οξύ [[άκρο]]» και το αρχ. περσ. <i>tigra</i>- «[[οξύς]], [[αιχμηρός]]» (<b>βλ. λ.</b> [[στίζω]]) και η [[απόδοση]] στον ποταμό <i>Τίγρητα</i> της ιδιότητας του ορμητικού, του αιχμηρού (<b>πρβλ.</b> το [[σχόλιο]] του Στράβωνος: <i>Τίγρις ἄμικτον φυλάσσων τὸ [[ῥεῦμα]] διὰ τὴν ὀξύτητα</i>, <i>ἀφ</i>'<i>οὗ καὶ [[τοὔνομα]] Μήδων τίγριν καλούντων τὸ [[τόξευμα]]), οφείλεται πιθ. σε [[παρετυμολογία]]. Τη λ., [[τέλος]], δανείστηκε η Λατινική (<b>πρβλ.</b> <i>tigris</i>), από όπου και άλλες γλώσσες (<b>πρβλ.</b> αγγλ. <i>tiger</i>, γαλλ. <i>tigre</i>, γερμ. <i>Tiger</i>)].
|mltxt=η / [[τίγρις]], -εως, ΝΜΑ, και [[τίγρης]], ο και [[λόγιος]] τ. [[τίγρις]], η, Ν, και [[τίγρις]], ὁ, και τ. γεν. -ιος και -ιδος, Α<br />[[κοινή]], [[σήμερα]], [[ονομασία]] του μεγαλόσωμου σαρκοφάγου θηλαστικού Panthera tigris, που, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική [[ταξινόμηση]], ανήκει στην [[οικογένεια]] τών αιλουροειδών<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>μτφ.</b> (<b>για πρόσ.</b>) [[άγριος]], [[αιμοχαρής]], [[σκληρόκαρδος]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[τίγρης]] του πελάγου»<br /><b>μτφ.</b> (στον Σολωμό) ο [[καρχαρίας]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ονομασία ζώου, ιρανικής προέλευσης, που έχει συνδεθεί ετυμολογικά και με τον ομώνυμο ποταμό Τίγρητα (<b>πρβλ.</b> αρχ. περσ. tigrā). Η [[άποψη]] ότι η λ. συνδέεται με το αβεστ. tiγri- «[[βέλος]], οξύ [[άκρο]]» και το αρχ. περσ. tigra- «[[οξύς]], [[αιχμηρός]]» (<b>βλ. λ.</b> [[στίζω]]) και η [[απόδοση]] στον ποταμό Τίγρητα της ιδιότητας του ορμητικού, του αιχμηρού (<b>πρβλ.</b> το [[σχόλιο]] του Στράβωνος: Τίγρις ἄμικτον φυλάσσων τὸ [[ῥεῦμα]] διὰ τὴν ὀξύτητα, ἀφ'οὗ καὶ [[τοὔνομα]] Μήδων τίγριν καλούντων τὸ [[τόξευμα]]), οφείλεται πιθ. σε [[παρετυμολογία]]. Τη λ., [[τέλος]], δανείστηκε η Λατινική (<b>πρβλ.</b> tigris), από όπου και άλλες γλώσσες (<b>πρβλ.</b> αγγλ. tiger, γαλλ. tigre, γερμ. Tiger)].
}}
}}
{{trml
{{trml